(Η φωτογραφία τραβήχτηκε καθώς επέστρεφα σπίτι. Τα βουνά, απένατι από τον Πόρο, σχηματίζουν την "Ωραία Κοιμωμένη". Δυστυχώς από εδώ δε φαίνεται ολόκληρο το πρόσωπό της)
Παρασκευή 23Δεκεμβρίου 2005
Το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, το περάσαμε μέσα στα τείχη του The Mall. Εγώ, ο Γιώργος και η Χ, ψωνίζαμε τα δώρα που θα κάναμε ο ένας στον άλλον, με άκρα μυστικότητα και συνωμοτικές, ψιθυριστές συζητήσεις. Σκορπιζόμασταν στους ορόφους και ύστερα ξανασυναντιόμασταν με ένοχες τσάντες στα χέρια. Φάγαμε, ψωνίσαμε, κάναμε ένα διάλλειμα για να δούμε το Corpse Bride και τελικά φύγαμε εξαντλημένοι και χωρίς να έχουμε ολοκληρώσει την επιλογή όλων των δώρων.
Το Corpse Bride, εκτός από μια ακόμη αναμενόμενη επιτυχία του Tim Burton, ήταν μία εμπειρία ξεχωριστή. Περνούσαμε έξω από τα εισιτήρια, όταν είδαμε ότι σε πέντε λεπτά ξεκινούσε η προβολή της. Χωρίς πολλή σκέψη, τρέξαμε κυριολεκτικά για να βγάλουμε εισιτήρια και να μπούμε στην αίθουσα. Η ταινία ήταν μικρή σε διάρκεια. Αρκετή όμως για να σε πάρει από το καταναλωτικό σου ταξίδι και να κάνει ένα σύντομο format στον εγκέφαλό σου, αφαιρώντας έτσι τη θολούρα και τον πονοκέφαλο του Compulsive Shopping Disorder. Η έξοδος από την αίθουσα οδηγούσε σε ένα ψυχρό, κατάλευκο διάδρομο με λάμπες φθορισμού που έμοιαζε περισσότερο σε υπόγειο parking και οδηγούσε σε μία μπλε, διπλή πόρτα. Όταν περνούσες αυτή την πόρτα επέστρεφες (λίγο χαμένος) εκεί ακριβώς από όπου ξεκίνησες! Σε ένα διαφορετικό κόσμο, πολύ φωτεινό, πολύ μεγάλο και πολύ καταναλωτικό. Όταν βγήκαμε, ήταν σαν να ξεκινούσε μια καινούρια μέρα!
Γυρνώντας, βρήκα άδειο το σπίτι. Μόνο το φως από τα λαμπιόνια (sic) του δέντρου ζέσταιναν την παγωμένη ατμόσφαιρα. Αποφάσισα να πάω κόντρα σε αυτούς που θέλουν τα Χριστούγεννα να είναι οικογενειακή γιορτή και να περάσω το πιο μοναχικό και παράλληλα το πιο Χριστουγεννιάτικο βράδυ των γιορτών. Δεν άναψα φώτα, έστρωσα στο πάτωμα και θαμμένος ανάμεσα σε μαξιλάρια έβλεπα χριστουγεννιάτικα cartoon της Disney πίνοντας ζεστή σοκολάτα. Μακάρι όλα μου τα Χριστούγεννα να ήταν έτσι!
Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2005
Ο ύπνος με πήρε στο σαλόνι. Εκεί που είχα στήσει ολόκληρη τη Χριστουγεννιάτικη κατασκήνωση. Κανείς δεν ήρθε να μου τα «πει» κι έτσι ξύπνησα από το τηλεφώνημα της Χ. η οποία πήρε για να μάθει τι θα κάνουμε με τα δώρα. Τα δώρα που θα ανταλλάσαμε το ίδιο βράδυ και δεν είχαμε ακόμη αγοράσει.
Συναντηθήκαμε κοντά στο σπίτι της και με το που με είδε, μου έριξε αυτό το σαρκαστικό και συνάμα ταπεινωτικό βλέμμα που σε κάνει σκουπίδι στο λεπτό, επειδή εμφανίστηκα με Santa σκούφο και γυαλιά ηλίου. (Αν και την είχα προειδοποιήσει.) Προχωρήσαμε με τα πόδια για να πάρω το δώρο του Γιώργου και αμέσως μετά πήγαμε στο κέντρο για τα υπόλοιπα.
Στην Αθήνα είχε αρκετή κίνηση. Πολύς κόσμος στα Χαρούμενα Χριστούγεννα της Ντόρας και λιγότερος στα πολυκαταστήματα. Συναντηθήκαμε με το Γιώργο ο οποίος αλήτευε επίσης για δώρα στο κέντρο, για φαγητό. Είχαμε σχεδόν ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις μας και έτσι είχαμε την ευκαιρία να αναπολήσουμε την περσινή παραμονή Χριστουγέννων και να αρχίσουμε τις εικασίες για τα δώρα που κρύβαμε στις τσάντες μας.
Είχε νυχτώσει όταν βγήκαμε και από το τελευταίο κατάστημα. Τα δώρα είχαν επιτέλους συλλεχθεί και τα τρία πτώματα προχωρούσαμε προς τα σπίτια μας για να ετοιμαστούμε για το «λαμπερό» ρεβεγιόν που θα γινόταν στο σπίτι του Γιώργου και της Ξαδέλφης δύο ώρες αργότερα. Στο δρόμο έψαχνα μανιωδώς κομμωτήριο που να μην είναι γεμάτο, γιατί τελευταία στιγμή θυμήθηκα πως κάτω από τον κόκκινο σκούφο έκρυβα ένα ατίθασο τέρας που έπρεπε να συμμαζευτεί χρονιάρες μέρες. Η Χ επέμενε χαιρέκακα πως δεν επρόκειτο να κουρευτώ τέτοια ώρα αλλά ευτυχώς δεν άργησα να τη διαψεύσω.
Ο Γιώργος με πήρε τηλέφωνο όταν όντας μεταμφιεσμένος σε γαμπρό, έβγαινα από το σπίτι μου με τα δώρα ανά χείρας. Έπρεπε να βιαστώ γιατί τα δώρα θα τα δίναμε σε μια μυστική τελετή, σε κλειστό κύκλο, πριν δηλαδή φτάσουν οι υπόλοιποι συγγενείς τους! Χτύπησα το κουδούνι της πόρτας λαχανιασμένος και ανοίγοντας είδα το Γιώργο να μου κάνει διάφορα νοήματα κουνώντας χέρια και πόδια!
-Ήρθανε; Είπα φοβισμένος.
-Όχι, έλα. Μου τα μάσησε…
Μπήκα στο σαλόνι και είδα μητέρα, πατέρα, γιαγιά και Ξαδέλφη να κάθονται σχεδόν αμίλητοι με τα χέρια στα γόνατα μαζί με άλλον ένα τύπο. Χαιρέτησα, με σύστησαν με αυτόν, κι ενώ κάθισα αρχικά μαζί τους, προφασίστηκα πως έπρεπε να κρεμάσω το παλτό μου κι έτσι κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο του Γιώργου. Έκλεισε την πόρτα και ξεκαρδισμένος με ρώτησε:
-Τον είδες;;;
-Ποιον ρε;
-Το ΤΑΞΙ!
-Πλάκα μου κάνεις!!!
-Αυτός είναι ρε! Ο γκόμενος της Χριστίνας! Δεν τους είδες πως κάθονται όλοι σα μαλάκες;
Έμεινα άφωνος! Το ΤΑΞΙ, μετά από τρεις μήνες θυελλώδους σχέσης με την Ξαδέλφη, απαίτησε με θράσος να ανέβει και να χαιρετήσει τους γονείς της! Τότε κατάλαβα προς τι η όλη αμηχανία και το γλυκό του κουταλιού...
Επιστρέψαμε στο σαλόνι. Κάθισα ξανά στο ίδιο σημείο και επειδή πλέον ήξερα, κοιτούσα πονηρά την Ξαδέλφη, απέναντι, η οποία καθόταν αγκαλιά με τη Μπαρούτη και χαμογελούσε συνωμοτικά ενώ προσπαθούσε να κρύψει το βρακί της κάτω από τη φούστα – ζώνη της. Και τότε ο γαμπρός πέταξε την κορυφαία ατάκα: «Τι καλό έχετε ετοιμάσει κυρία Γ.;» γυρνώντας προς τη μητέρα της. Δεν μπορούσα να κρατηθώ. Περίμενα τη στιγμή που θα ερχόταν και η Χ για να αποσυρθούμε στα ενδότερα. Όταν επιτέλους εμφανίστηκε, μαζέψαμε βιαστικά την Ξαδέλφη, αφήσαμε το ΤΑΞΙ με τα πεθερικά και κάναμε την πιο βιαστική ανταλλαγή δώρων στην ιστορία! Μέσα σε τρία λεπτά δώσαμε και δεχτήκαμε τρία δώρα έκαστος, χωρίς να δούμε τις αντιδράσεις των άλλων, χωρίς να καταλάβουμε ποιος χάρισε σε ποιον, τι. Μόνο σκίζαμε βιαστικά τα περιτυλίγματα. Το χειρότερο όλων ήταν πως αμέσως μετά έπρεπε να κρύψουμε τα δώρα μας στη ντουλάπα του Γιώργου πριν καν προλάβουμε να τα χαρούμε.
Οι υπόλοιποι καλεσμένοι άρχισαν να φτάνουν σιγά σιγά, το ΤΑΞΙ πήγε από κει που ήρθε, έσκασαν μύτη και οι γονείς της Χ κι εγώ φυγαδευόμουν σε μπαλκόνια. Για τον ίδιο λόγο παρέμεινα σε καραντίνα στο δωμάτιο του Γιώργου όλο το βράδυ με τους υπόλοιπους να με προμηθεύουν φαγητά και ποτά. Στην παρέα προέκυψαν και δυο άρρωστες, η Μαρία και η Χ, οι οποίες αγανάκτησαν με το Karaoke λόγω πονοκεφάλου, ενώ η δεύτερη σερνόταν στο κρεβάτι κάνοντας τα δικά της... (Μη με βρίσεις, και λίγα λέω…)
Με τόση κούραση τίποτα δεν μπορούσε να μας ανεβάσει. Ό, τι παίζαμε, το βαριόμασταν στο δεύτερο γύρο, το Karaoke είχε απαγορευτεί από το Δικτάτορα Χ (ο οποίος έφυγε στη συνέχεια) κι έτσι μείναμε να βλέπουμε φωτογραφίες στο PC του Γιώργου. Εγώ και οι «Αραζμήες» φύγαμε τελευταίοι κατά τις τέσσερις. Έξω, το κρύο ήταν τσουχτερό.
Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2005
Μπήκα στο σπίτι έτοιμος να καταρρεύσω. Δυστυχώς δεν μπορούσα. Έπρεπε να αλλάξω, να φτιάξω βαλίτσες, να ρίξω παγάκια στο χριστουγεννιάτικο δέντρο, να θυμηθώ όλα όσα είχαν ξεχάσει οι υπόλοιποι φεύγοντας, να κλείσω το σπίτι και να προλάβω το καράβι που έφευγε από τον Πειραιά στις 7:30! Με πόνους σε όλο μου το σώμα ολοκλήρωσα επιτυχώς τις παραπάνω δραστηριότητες και βγήκα στις 6:45 στο δρόμο. Μετά βίας σήκωνα τις βαλίτσες μου. Εκείνη την ώρα κυκλοφορούσαν μόνο κάτι παρανοϊκές γριές που πήγαιναν στην εκκλησία μέσα στη νύχτα και το κρύο.
Στάθηκα στη στάση. Μόνος μου. Ελάχιστα αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν στους δρόμους. Αν και ποτέ δεν είχα πρόβλημα με τις χαμηλές θερμοκρασίες, εκείνο το ξημέρωμα δεν άντεχα το κρύο. Είχα χώσει το μισό μου πρόσωπο μέσα στο κασκόλ και τα χέρια μου στις τσέπες, όσο το λεωφορείο που περίμενα δεν έλεγε να φανεί. Ήταν μια άσχημη εμπειρία. Το σκεφτόμουν εκεί, υπό τους ήχους χριστουγεννιάτικων τραγουδιών που έρχονταν από τα ακουστικά. Συνήθως τα ξημερώματα φέρνουν μια αίσθηση αισιοδοξίας, τα ξημερώματα Χριστουγέννων όμως ήταν διαφορετικά. Λίγο πικρά και λίγο εκνευριστικά γιατί όλα αυτά τα περνούσα για χάρη ενός ατόμου που δε συμπαθώ καν. Λυπόμουν που έφευγα από την Αθήνα και παράλληλα πνιγόμουν από την οργή για αυτό το πρόσωπο.
Το λεωφορείο ήρθε στις 7:20. Ήταν σίγουρο πως θα έχανα το καράβι αλλά είπα να το προσπαθήσω. Στη διαδρομή ξέχασα τα δικά μου και σκέφτηκα πόσο χειρότερα θα αισθάνονταν αυτοί που ανήμερα Χριστούγεννα πήγαιναν για δουλειά. Κι ύστερα ξαναθύμωσα με αυτούς που συμπεριφέρνονται σαν ζώα στους υπαλλήλους τους και τους επιβάλλουν να δουλεύουν ξημερώματα Χριστουγέννων τη στιγμή που οι ίδιοι δεν έχουν ξυπνήσει ποτέ τέτοια ώρα. Κάτι τέτοιες στιγμές συνειδητοποιώ πόση δυστυχία υπάρχει γύρω. Όχι πόνος, δυστυχία μιας ολόκληρης ζωής.
Με αυτές τις σκέψεις έφτασα στο λιμάνι. Το καράβι είχε φύγει αλλά ευτυχώς υπήρχε άλλο ένα δρομολόγιο μετά από μία ώρα. Ξέχασα όμως πως είχα ξοδέψει τα πάντα και τα λεφτά μου δεν έφταναν για ιπτάμενο. Δευτερόλεπτα αργότερα όμως θυμήθηκα με ανακούφιση πως έχω αυτή τη «χρυσή» φοιτητική κάρτα που με έχει ξελασπώσει πολλάκις κι έτσι έβγαλα εισιτήριο. Μπήκα στο Flyingcat 5 (τα καλά τα βάζουν όταν δεν ταξιδεύεις εσύ, Χ) και κάθισα βλακωδώς στη θέση που ανέγραφε το εισιτήριό μου, μαζί με άλλα 20 περίπου άτομα που στριμώχνονταν στο μπροστά μέρος του. Ακριβώς πάνω από το κεφάλι μου βρίσκονταν οι οθόνες που έπαιζαν στη διαπασών το early πρωινάδικο του ALPHA με καλεσμένο αυτό το «παιδί θαύμα», την κόρη της Λένης, η οποία έσκουζε (έκλαιγε) a-capella τραγούδια του Αλκινόου Ιωαννίδη με αυτό το βλέμμα του αδέσποτου, φέρνοντας δάκρυα στα μάτια του παρουσιαστή και εμένα ένα βήμα πιο κοντά στον πνιγμό. Δεν υπήρχε περίπτωση να με αφήσει η Λένη να κοιμηθώ.
Έτσι άλλαξα θέση, πηγαίνοντας στο πίσω αριστερό μέρος, τάχα για να αποφύγω τον ήλιο που θα είχαμε στη διαδρομή. Για άλλη μια φορά το παραπληγικό μου ένστικτό έκανε λάθος κι έτσι έριξα έναν τριαντάλεπτο ύπνο με δώρο solarium στην αριστερή μεριά του προσώπου μου. Ξύπνησα λίγο πριν φτάσουμε και συνειδητοποίησα πως έπαιζα σε άλλη ταινία. Μια εκθαμβωτική λιακάδα καθρεφτιζόταν στα απόλυτα ήρεμα νερά της θάλασσας θυμίζοντας καλοκαίρι. Φαντάστηκα πως το κρύο, έξω, θα με μετέφερε πίσω στη Χριστουγεννιάτικη σκηνή μου, αλλά όταν βγήκα τυλιγμένος με το κασκόλ αισθάνθηκα γελοίος, αφού ο καιρός ήταν ζεστός!
Ανέβηκα γρήγορα στο σπίτι της θείας, γλιτώνοντας τη λιποθυμία στο παρα-πέντε, με τα χιλιάδες σκαλοπάτια να μου κόβουν την ανάσα. Μπήκα στο σπίτι και τι να δω: Είχαν πέσει με τα μούτρα στα κοψίδια και τα κρασιά 10 το πρωί!!! Και δωσ’ του να επιμένουν να πάρω μεζέ και να πιω κρασιά. Προσπάθησα να τους εξηγήσω σε τι κατάσταση βρισκόμουν ενώ από ευγένεια και μόνο δεν κοιμόμουν στην καρέκλα. Ήταν και κάτι άγνωστοι και ντρεπόμουν να πάω να ξεραθώ. Δεν άντεξα όμως, έπεσα σε ένα κρεβάτι με τα ρούχα και ξεράθηκα κατ’ευθείαν. Μου κάνει εντύπωση πως κατάφερα να ξυπνήσω από τον ήχο του κινητού μου. Δε μου κάνει καθόλου εντύπωση το ότι έγινα ρεζίλι λέγοντας ασυναρτησίες σε μια θεία μου που πήρε να μου ευχηθεί. Σηκώθηκα πρησμένος, σαν να ξύπνησα από νάρκωση. Προσπαθούσα να το παίξω άνετος και χαμογελαστός ενώ στην πραγματικότητα δεν καταλάβαινα τίποτα γύρω μου!
Μετά τα φαγοπότια και τα δώρα που κατάφεραν να με κρατήσουν ξύπνιο, πήγα σπίτι αλλά δεν άντεξα για πολύ. Κοιμήθηκα από τις επτά το απόγευμα μέχρι τις έντεκα της επόμενης μέρας! Τώρα είμαι καλά.
believe me....υπάρχουν και χειρότερα...!!!
Άντε βρε! Καλά να μας μπεί (το νέο έτος!!!!), καλά να μας βγεί (γιατί το βγάλσιμο είναι το ζόρι...!!!) και πολλά φιλιά!!!
Σε δύο μέρες θα δω το "Πάθος" και τον "Έρωτα"! Να τους μεταβιβάσω κάτι;;;;;;;;;
Φιλιά πολλά νινί!
Μαρία σε ευχαριστώ πολύ και ανταποδίδω.
Καλή Χρονιά και φιλιά στα μπαλέτα σου!
michael kors handbags
goyard wallet
kate spade handbags
golden goose sneakers
golden goose shoes
jordan 13
kyrie 4
nba jerseys
nike epic react flyknit
golden goose