Παρασκευή 23Δεκεμβρίου 2005
Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2005
Είχε νυχτώσει όταν βγήκαμε και από το τελευταίο κατάστημα. Τα δώρα είχαν επιτέλους συλλεχθεί και τα τρία πτώματα προχωρούσαμε προς τα σπίτια μας για να ετοιμαστούμε για το «λαμπερό» ρεβεγιόν που θα γινόταν στο σπίτι του Γιώργου και της Ξαδέλφης δύο ώρες αργότερα. Στο δρόμο έψαχνα μανιωδώς κομμωτήριο που να μην είναι γεμάτο, γιατί τελευταία στιγμή θυμήθηκα πως κάτω από τον κόκκινο σκούφο έκρυβα ένα ατίθασο τέρας που έπρεπε να συμμαζευτεί χρονιάρες μέρες. Η Χ επέμενε χαιρέκακα πως δεν επρόκειτο να κουρευτώ τέτοια ώρα αλλά ευτυχώς δεν άργησα να τη διαψεύσω.
-Ήρθανε; Είπα φοβισμένος.
-Όχι, έλα. Μου τα μάσησε…
Μπήκα στο σαλόνι και είδα μητέρα, πατέρα, γιαγιά και Ξαδέλφη να κάθονται σχεδόν αμίλητοι με τα χέρια στα γόνατα μαζί με άλλον ένα τύπο. Χαιρέτησα, με σύστησαν με αυτόν, κι ενώ κάθισα αρχικά μαζί τους, προφασίστηκα πως έπρεπε να κρεμάσω το παλτό μου κι έτσι κατευθύνθηκα προς το δωμάτιο του Γιώργου. Έκλεισε την πόρτα και ξεκαρδισμένος με ρώτησε:
-Τον είδες;;;
-Ποιον ρε;
-Το ΤΑΞΙ!
-Πλάκα μου κάνεις!!!
-Αυτός είναι ρε! Ο γκόμενος της Χριστίνας! Δεν τους είδες πως κάθονται όλοι σα μαλάκες;
Έμεινα άφωνος! Το ΤΑΞΙ, μετά από τρεις μήνες θυελλώδους σχέσης με την Ξαδέλφη, απαίτησε με θράσος να ανέβει και να χαιρετήσει τους γονείς της! Τότε κατάλαβα προς τι η όλη αμηχανία και το γλυκό του κουταλιού...
Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2005
Ανέβηκα γρήγορα στο σπίτι της θείας, γλιτώνοντας τη λιποθυμία στο παρα-πέντε, με τα χιλιάδες σκαλοπάτια να μου κόβουν την ανάσα. Μπήκα στο σπίτι και τι να δω: Είχαν πέσει με τα μούτρα στα κοψίδια και τα κρασιά 10 το πρωί!!! Και δωσ’ του να επιμένουν να πάρω μεζέ και να πιω κρασιά. Προσπάθησα να τους εξηγήσω σε τι κατάσταση βρισκόμουν ενώ από ευγένεια και μόνο δεν κοιμόμουν στην καρέκλα. Ήταν και κάτι άγνωστοι και ντρεπόμουν να πάω να ξεραθώ. Δεν άντεξα όμως, έπεσα σε ένα κρεβάτι με τα ρούχα και ξεράθηκα κατ’ευθείαν. Μου κάνει εντύπωση πως κατάφερα να ξυπνήσω από τον ήχο του κινητού μου. Δε μου κάνει καθόλου εντύπωση το ότι έγινα ρεζίλι λέγοντας ασυναρτησίες σε μια θεία μου που πήρε να μου ευχηθεί. Σηκώθηκα πρησμένος, σαν να ξύπνησα από νάρκωση. Προσπαθούσα να το παίξω άνετος και χαμογελαστός ενώ στην πραγματικότητα δεν καταλάβαινα τίποτα γύρω μου!
Μετά τα φαγοπότια και τα δώρα που κατάφεραν να με κρατήσουν ξύπνιο, πήγα σπίτι αλλά δεν άντεξα για πολύ. Κοιμήθηκα από τις επτά το απόγευμα μέχρι τις έντεκα της επόμενης μέρας! Τώρα είμαι καλά.
Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2004
Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται κι έτσι, «έπιασαν» την Ξαδέλφη στο Ελευθέριος Βενιζέλος για κατοχή και διακίνηση τριγώνου. (Αυτό με τη βοήθεια του οποίου λέγονται τα κάλαντα!) Ευτυχώς αφέθηκε ελεύθερη κι έτσι προλάβαμε την πτήση BA641 που τελικά καθυστέρησε μία ολόκληρη ώρα.
Η απογείωση ήταν τραυματική για μένα και τη Χ. (Αν και είχαμε κατεβάσει 1.5 mg Lexotanil έκαστος.) Στη συνέχεια, τα πράγματα ήταν πιο ήρεμα. Πετούσαμε με ένα Airbus το οποίο δεν άρεσε καθόλου στη Χ επειδή το έβρισκε μικρό. (Η Χ θέλει να πετάει με τουλάχιστον διώροφα αεροσκάφη.) Καθόμουν διάδρομο, δίπλα σε ένα ζευγάρι και οι υπόλοιποι τρεις κάθονταν μαζί. Αφού φάγαμε, επιδοθήκαμε σε διάφορες μαλακίες για να περάσει η ώρα: Η Ξαδέλφη κολλούσε σε ένα χαρτόνι τα παιδικά αυτοκόλλητα που βρήκε στο κάθισμά της σε άσεμνες στάσεις, προσπαθούσαμε να παίξουμε Scrabble με ένα διάδρομο και ένα trolley να μας χωρίζει και γράφαμε σκηνές πτήσης στην κάμερα. Ο Γιώργος και η Ξαδέλφη, τα ξαδέλφια που λέμε, έφυγαν από την Αθήνα με ένα στόχο: Να ψωνίσουν μέχρι θανάτου. Έτσι, ξεκίνησαν το μεγάλο αυτό έργο από τον αέρα, εκμεταλλευόμενοι το shopping trolley της British.
Νύχτωνε και το ταξίδι δεν είχε κανένα ενδιαφέρον, καμία ανατάραξη... Εκτός από μία “very important announcement” που μας έκοψε τα πόδια και τελικά είχε να κάνει με κάποιον ελληνάρα που πιάστηκε να καπνίζει στην τουαλέτα. Και να ‘ταν μόνο αυτό... Ενώ πλησιάζαμε, ο κυβερνήτης ανακοίνωσε ότι επικρατεί κωλόκαιρος άνωθεν του Heathrow και ότι η προσγείωση θα καθυστερήσει. Δεν πέρασε πολλή ώρα και τελικά αποφάσισε να δοκιμάσει να προσγειωθεί. Αρχίσαμε να κατεβαίνουμε. Μια αεροσυνοδός προειδοποιούσε από τα ηχεία για ένα “pumpy landing” και η Χ. έχανε σταδιακά το χρώμα της. Κανείς δε φανταζόταν τι θα ακολουθούσε κι εγώ συνέχιζα να βλέπω αμέριμνος τηλεόραση.
Πριν προλάβει να καθίσει το πλήρωμα για την προσγείωση άρχισαν οι αναταράξεις που παρέσυραν τις αεροσυνοδούς σε «ζεϊμπέκικο» περπάτημα. Οι επιβάτες άρχισαν να δυσανασχετούν και η «πανέμορφη» αγγλίδα αεροσυνοδός (που φορούσε μια στέκα με κεραίες μελισσούλας) έσπευσε να καθησυχάσει τα πνεύματα λέγοντας χαμογελαστά: “Don’t be scared. It’s just English weathah!” ενώ κρατιόταν με νύχια και με δόντια για να μην πέσει! Για τα επόμενα λεπτά το αεροπλάνο κουνιόταν, έτρεμε, λύγιζε, χοροπηδούσε. Τα πάντα έτριζαν, μωρά έκλαιγαν, η Χ παραλίγο, η Ξαδέλφη γελούσε αμήχανα κι εγώ αμίλητος και φρικαρισμένος είχα χώσει τα νύχια μου στο κάθισμα. Η Χ. βρήκε παρηγοριά σε μια κυρία από την πίσω σειρά αλλά μόλις είδε το πλήρωμα να έχει πάρει θέση κινδύνου, τα φώτα να σβήνουν και να ανάβουν οι φωτεινές «έξοδοι κινδύνου» τα έχασε, όπως οι περισσότεροι! Ο Γιώργος ισχυριζόταν ότι στάζει νερό από πάνω και η Ξαδέλφη, πιο ψύχραιμη, έριχνε κλεφτές ματιές στους κεραυνούς από το παράθυρο. Ο διπλανός μου διάβαζε τα “in case of an emergency” κι εγώ σκεφτόμουν τους λόγους για τους οποίους θα ήθελα να πεθάνω την παρούσα χρονική στιγμή.
Οι καρδιές μας επέστρεψαν στην κανονική τους θέση όταν επιτέλους βγήκαμε από την καταιγίδα και είδαμε τα φώτα του Λονδίνου. Η καρδιά της Χ επανήλθε, για την ακρίβεια, όταν πάτησαν όλοι οι τροχοί, αγγλική γη. Η αεροσυνοδός με greeklish Καλομοίρας μας ευχήθηκε Kalee Christougenee, βγήκαμε από το αεροπλάνο και μπήκαμε στο λεωφορείο για το κτήριο αφίξεων. Δεν έβρεχε πολύ. Ούτε κρύο είχε. Όλοι στο λεωφορείο είχαν στο πρόσωπό τους ένα τεράστιο χαμόγελο σαν να βγήκαν από thrill ride. Πηγαίνοντας προς τις αποσκευές συζητούσαμε για το πόσο απολαύσαμε την πτήση! Οι βαλίτσες μας δεν άργησαν να εμφανιστούν κι εγώ έσπευσα να βγάλω από μέσα το σκούφο του Αη-Βασίλη (μεγάλη η χάρη του) για να φορέσω αφού το μαλλί μου είχε γίνει «Τζένη Καρέζη» (κατά τη Χ) από τα ακουστικά.
Βγάλαμε εισιτήρια για το Heathrow Express και πήραμε το τραίνο. Ήταν δύσκολο να συνειδητοποιήσουμε που βρισκόμασταν. Σε 15 λεπτά ήμασταν στo Paddington. Βγήκαμε έξω από το σταθμό ψάχνοντας την Westbourne Terrace. Ψιλοέβρεχε και επικρατούσε ησυχία, σχεδόν ερημιά. Ακόμα θυμάμαι το feeling της πρώτης επαφής με την περιοχή. Κανείς στο δρόμο δεν ήξερε να μας κατευθύνει προς τη διεύθυνση που ζητούσαμε. Όταν βρήκαμε το δρόμο, κάναμε ένα σύντομο συμβούλιο και αποφασίσαμε να πάμε δεξιά. Βρήκαμε το ξενοδοχείο εύκολα.
Ο Γιώργος κι εγώ πήραμε το δωμάτιο 507 ενώ η Χ και η Ξαδέλφη το 509. Η πρώτη εντύπωση ήταν καλή. Μας ξένισαν βέβαια τα πατώματα που έτριζαν κάτω από τη μοκέτα. Δυσκολευτήκαμε και λίγο να ανάψουμε τα φώτα αλλά με τη βοήθεια της αναμμένης τηλεόρασης που φώτιζε ελάχιστα το δωμάτιο καταλάβαμε ότι έπρεπε να βάλουμε την κάρτα του δωματίου στην ειδική υποδοχή. (Πολίτες του κόσμου σου λέει μετά!) Τα κορίτσια κατάλαβαν αμέσως πως είχαν προνομιούχο δωμάτιο το οποίο έτριζε ολόκληρο σε τακτά χρονικά διαστήματα, κάθε φορά δηλαδή που κάποιος χρησιμοποιούσε το ασανσέρ και ήρθαν περιχαρείς να μας το πουν! Δεν πέρασε πολλή ώρα και ήμασταν πάλι έξω. Δεν έβρεχε πια.
Επιστρέψαμε στο σταθμό του Paddington, αυτή τη φορά στον Underground, όπου βγάλαμε travelcards για την υπόλοιπη εβδομάδα. Ο υπόγειος δεν ενθουσίασε και πολύ τα παιδιά, ιδίως τη Χ η οποία συνηθισμένη στα γλυμμένα μάρμαρα του Αττικού μετρό, γκρίνιαζε συνεχώς. Μέσα στο βαγόνι της Bakerloo με κατεύθυνση προς τα ανατολικά, προσπαθούσαμε για ακόμη μια φορά να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε στο Λονδίνο... Βγήκαμε στην Trafalgar Square και φυσικά εγώ έκανα τον «περπατημένο» ξεναγό ενώ χιλιάδες de javu ξεπηδούσαν σε κάθε μου βήμα: Δεξιά σας αυτό, αριστερά εκείνο, Χ, από ‘δω ο Nelson, χαίρω πολύ.
Βγάλαμε τις απαραίτητες φωτογραφίες στα σιντριβάνια και προχωρήσαμε προς το Piccadilly Circus. Αν και παραμονή Χριστουγέννων, γινόταν χαμός.. Ενώ τα φωτεινά billboards τραβούσαν την προσοχή μας, ξαφνικά, Ding Ding – dinner time – το στομάχι της Ξαδέλφης άρχισε να γουργουρίζει και η ίδια να ζητάει επειγόντως φαγητό!
Πριν πάμε να φάμε, περάσαμε μια βόλτα από το Trocadero. Για καλή μας τύχη ο όροφος με τα ηλεκτρονικά και τους εξομοιωτές ήταν κλειστός. Διαφορετικά θα τρώγαμε όλο το βράδυ και τις λίρες μας εκεί. Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι όμως κι έτσι Ξαδέλφη και Γιώργος βρήκαν κουλοχέρηδες και άλλες ηλεκτρονικές μαλακίες με τις οποίες έπαιζαν για αρκετή ώρα. Εγώ με τη Χ ψάχναμε νερό. Η όλη Tokyo ατμόσφαιρα μας ζάλισε και έτσι τραβήξαμε από τα μαλλιά τα ξαδέλφια προς την έξοδο. Βγαίνοντας αντικρίσαμε τη χαρά των παιδιών. Ασθενοφόρα, περιπολικά, κόσμος μαζεμένος. Δεν ήταν γύρισμα του ΕR, απλώς κάποιος είχε οριζοντιωθεί μπροστά στην κεντρική είσοδο. Και τα ξαδέλφια έσπευσαν να σκοτώσουν την περιέργεια τους με αίμα. Ξύπνησε και το “Florence Nightingale” ένστικτο της Ξαδέλφης και παραλίγο να μας δείξει πως κάνουν λοβοτομή με στυλό BIC.
Μπαίνοντας στο εστιατόριο, απέναντι, μια κινέζα στην υποδοχή μας ζήτησε ένα όνομα, για να μας φωνάξει όταν βρεθεί τραπέζι. Φυσικά γελάσαμε γιατί τα ονόματά μας δεν είναι και τα πιο εύκολα για την αγγλικήν. Τα σχόλιά μας επί του θέματος άκουσε ένας τύπος από τη υποδοχή ο οποίος αποδείχτηκε έλληνας κι έτσι το Greek visma επιβεβαιώθηκε και στην αλλοδαπή. Μας έβαλαν πρώτο τραπέζι, παράθυρο. Φάγαμε, (κάηκα) και τελικά ζητήσαμε λογαριασμό (bill, check, σε αυτό είχαμε μια διαφωνία τις μέρες που ακολούθησαν). Αφού πληρώσαμε, ο Matthew, (σερβιτόρος), επέστρεψε για να μας πει πως έγινε λάθος και ότι λείπουν 50p. Ο Γιώργος βιάστηκε να απαντήσει και πέταξε το μεγαλοπρεπές, κιμπάρικο (και ιστορικό πλέον) “Κηπ δε τσέηντζ”.
Βγαίνοντας, προχωρήσαμε προς τη Leicester Sq. η οποία ήταν τίγκα στο λαμπάκι αφού είχε στηθεί λούνα παρκ για την περίοδο των Χριστουγέννων. Ήμασταν πολύ φαγωμένοι για να καβαλήσουμε αλογάκι carousel κι έτσι προσπεράσαμε. Γύρω, το κλίμα ήταν Bollywoodιανό με χιλιάδες Ινδούς να έχουν βγει για clubbing. Τσίμπησαν και την Ξαδέλφη και περήφανη που θα μας έβαζε σε club τίγκα στον ινδό τουρίστα άρχισε να διαπραγματεύεται με τα απολαυστικά αγγλικά της. Ευτυχώς την πείσαμε να ξεκολλήσει και μπήκαμε στο σταθμό μετρό και γυρίσαμε στο Paddington.
Κάναμε τα απαραίτητα ψώνια από το 24ωρο mini market της γειτονιάς και πήγαμε στο ξενοδοχείο όπου και έλαβε χώρα η ανταλλαγή των χριστουγεννιάτικων δώρων. Αμέσως μετά, επιδοθήκαμε σε αμέτρητους γύρους TABOO πάνω στα κρεβάτια των κοριτσιών. Την παράσταση έκλεψε η Ξαδέλφη (όπως πάντα) με τα κακαρίσματά της που ξύπνησαν όλο το ξενοδοχείο.
Ήλιος! Μπήκα στο δωμάτιο των κοριτσιών αναφέροντας το θαύμα της Χριστουγεννιάτικης λιακάδας! Η Ξαδέλφη ήταν ακόμα στο κρεβάτι και παρακαλούσε κοιμισμένα «δώστε μου πέντε λεπτά».
Ήλιος! (Με δόντια όπως αποδείχτηκε.) Έξω από το ξενοδοχείο, η Χ ενθουσιάστηκε με το φως της ημέρας και άρχισε να τραβάει φωτογραφίες τα πάντα! Το ξενοδοχείο, τους δρόμους, τα δέντρα, τα αυτοκίνητα. Στο δρόμο προς τη Lancaster Gate φωτογραφηθήκαμε ακόμα και με σακούλες σκουπιδιών. Η κάμερες έσβησαν διότι η Ξαδέλφη θέλησε να καπνίσει («Σαν την πουτάνα, στο δρόμο» συμπλήρωσε η Χ.) Στην είσοδο του Hyde Park η παρέα των γιαπωνέζων ξανάβγαλε τον τεχνικό εξοπλισμό και ξανάρχισε να τραβάει φωτό και βίντεο. Οι πάπιες της λίμνης Serpentine έγιναν stars. Οι δε άγγλοι, ανήμερα Χριστούγεννα, με ελάχιστους βαθμούς πάνω από το μηδέν, φόρεσαν τα σορτσάκια τους και βγήκαν 10 το πρωί για τρέξιμο. Αφού διασχίσαμε κάθετα όλη τη δυτική όχθη, κατευθυνθήκαμε ανατολικά και βγήκαμε στη Marble Arch. H υπόγεια διάβαση ήταν η χαρά της πριγκήπισσας Χ με όλους τους αστέγους και τη διακριτική essence κάτουρου.
Πάνω ξανά, στην Oxford St. τα πάντα ήταν κλειστά και έτοιμα για το αυριανό ξεκίνημα των εκπτώσεων. Πουθενά Χριστούγεννα! Βρήκαμε ένα ανοιχτό μαγαζί με kitsch σουβενίρ και τα ξαδέλφια έτρεξαν να αγοράσουν κόκκινους τηλεφωνικούς θαλάμους και μεταλλικά διώροφα λεωφορεία.
Φτάσαμε μέχρι το Oxford Circus και στρίψαμε στη Regent Street. Χαζέψαμε μερικές βιτρίνες που είχαν διασωθεί, τα iPod στην Apple, και τη Disneyland του Γιώργου, τον οίκο Burberry. Ding Ding – η Ξαδέλφη άρχισε να πεινάει συμπτωματικά, έξω από ένα ιταλικό café με γλυκά στη βιτρίνα. Δεν την αφήσαμε να μπει. Βρεθήκαμε στο Piccadilly Circus όπου το Burger King μας περίμενε με ανοιχτές αγκάλες. Δώδεκα η ώρα και ξεκινούσαμε τη μέρα μας με θρεπτικά τηγανιτά κοτόπουλα, μπιφτέκια, πατάτες, άφθονα onion rings της Ξαδέλφης και coca cola για να ανοίξει το μάτι. Πέσαμε με τα μούτρα στο φαΐ χωρίς να μιλάμε. Δίπλα από τα Burger King υπήρχε άλλο ένα κατάστημα ανοιχτό. Τα ξαδέλφια λύσσαξαν να πάρουμε donuts για το ξενοδοχείο. Το αποτέλεσμα; Είκοσι λίρες για 12 απερίγραπτα donuts σε γεύσεις που διαλέγαμε βιαστικά φωνάζοντας στον αγχώδη «Αλβανό» (κατά το Γιώργο) υπάλληλο.
Στο δρόμο προς το Soho είπα να επικοινωνήσω με το σπίτι και έψαχνα θάλαμο ή τηλέφωνο που να μην ήταν κατουρημένο. Απέτυχα. Αρχίσαμε να περιφερόμαστε σαν τις άδικες κατάρες σε ένα έρημο Sohνα o με τη Χ να γκρινιάζει ότι θα μας βιάσουν (μεσημεριάτικα) και ψάχνοντας την Chinatown που δε βρήκαμε ποτέ. Φτάσαμε μέχρι τη Noel St. για να βγάλω το Lonely Planet. Από την ίδια οδό προέρχεται και το περίφημο πλάνο με τα περιστέρια που τρώνε εμετό που ΕΓΩ κινηματογράφησα! Ding Ding – tea time για την Ξαδέλφη και τρέμουλο από τη Χ λόγω κρύου. Γκρίνια stereo δηλαδή. Φύγαμε βιαστικά από τη Soho Sq για να ανεβάσουμε τα ποσοστά καφεΐνης στον οργανισμό της πρώτης και τη θερμοκρασία στον οργανισμό της δεύτερης. Η Ξαδέλφη, με το στερητικό σύνδρομο να ξεχειλίζει, πρότεινε να μπούμε σε ένα café στο οποίο ευτυχώς ο Γιώργος παρατήρησε εγκαίρως τη σημαία του ουράνιου τόξου στην είσοδο!
Charing Cross Road. H Ξαδέλφη μπάνισε το νέο βιβλίο του Jamie Oliver καθώς θυμήθηκε ότι σπουδάζει patisserie chef. Στη γωνία με την Oxford St. συναντήσαμε μια τρελή τύπισσα από τη Θεσσαλονίκη η οποία έψαχνε το Piccadilly ενώ δεν παρέλειψε να κατηγορήσει τους Άγγλους που ανήμερα Χριστούγεννα, είναι όλα κλειστά.. Λίγο αργότερα η Ξαδέλφη συνάντησε τα παπούτσια της ζωής της. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος. Ξεφλούδισα μια Mars Big One. Ο ήλιος άρχισε να κρύβεται πίσω από τα κτίρια της Oxford St κι εμείς να το δαγκώνουμε. Κοντά στο Oxford Circus είδαμε ένα πρωτότυπα «επαγγελματικό» sex shop στο οποίο υποσχεθήκαμε ότι θα πάμε αλλά ποτέ δεν προλάβαμε. Βγάλαμε όμως φωτογραφίες στη Nike Town που είχε την πιο funky «εκπτωτική» βιτρίνα. Κάπου στη Bond St αρχίσαμε να σερνόμαστε. Αποφασίσαμε να πάρουμε taxi με οποιοδήποτε κόστος. Βρήκαμε ένα black cub στο οποίο δώσαμε 20 λίρες για μια μικρότερη των 10 λεπτών διαδρομή.
H Χ, πτώμα μετά το μαραθώνιο (Back the bid!) εκκένωσε το δωμάτιο για να κοιμηθεί. Η Ξαδέλφη, όπως ήταν φυσικό, ήρθε προσφυγοπούλα σε μας. Προσπαθήσαμε πολύ να φάμε τα αξιοθρήνητα donuts βλέποντας Harry Potter στο Channel Four. Με τη μεσημεριανή ησυχία και την κούραση του Johnnie Walker νύσταξε τελικά και αυτή και επέστρεψε στο δωμάτιο για να κοιμηθεί ξυπνώντας έτσι τη Χ. Αμφότεραι επέστρεψαν στο 507. Η Χ έπρεπε να τιμωρηθεί και να φάει τα donuts που της αναλογούσαν. Ο Γιώργος έβαλε -και καλά- μουσική από το κινητό του. Το Come Along Now, αυτό το τραγούδι της Βανδή με τον εμπνευσμένο στίχο “ουυυυ ουυυυ ουυυ…” Οι κάμερες πήραν φωτιά όταν αποπειράθηκα να μιμηθώ το χορευτικό ενώ ταυτόχρονα σήκωνα τα μαλλιά μου στον καθρέφτη του μπάνιου.
Σκοτείνιασε και «μεταμφιεστήκαμε» για να βγούμε έξω: Εγώ Inspector Gadget με γκρι καμπαρτίνα και καπέλο και η Ξαδέλφη πιγκουΐνος, με μαύρο παλτό, λευκό κασκόλ και ασορτί μπότες. Η Χ δεν παρέλειψε να σχολιάσει το λεκέ στην αριστερή μπότα λέγοντας «Σα χεσμένη είναι!». Ξεκινήσαμε να πάμε στο Notting Hill με τα πόδια. Προχωρόντας, ακούσαμε ελληνικά του τύπου «Πάμε μέσα να ζεσταθεί το κοκαλάκι μας!» έξω από το Hilton. Περάσαμε κι από ένα σπίτι που είχε party και κοιτούσαμε από τα παράθυρα σαν διαβητικοί σε ζαχαροπλαστείο. Δεν προλάβαμε να πατήσουμε Portobello και η Χ άρχισε τη γκρίνια περί βιασμού όταν είδε την ταμπέλα που έλεγε «Προσοχή κλέφτες και πορτοφολάδες» η οποία φυσικά αναφερόταν στον πρωινό χαμό που γίνεται στην περιοχή.
Πήραμε το δρόμο του γυρισμού έχοντας μπροστά μας δύο άντρες να σαλιαρίζουν πιασμένοι αγκαζέ! Ding Ding – η Ξαδέλφη βρήκε ανοιχτό Ινδικό εστιατόριο. Συσκεφθήκαμε μία ώρα μέσα στο κρύο για το αν θα μπούμε ή όχι. Κάρυ ανήμερα Χριστούγεννα ήταν παρακινδυνευμένο. Συνεχίσαμε στρίβοντας σε κεντρικό δρόμο του Bayswater αναζητώντας τροφή: Υπήρχαν δύο κινέζικα εστιατόρια, δίπλα δίπλα και ένα τεράστιο δίλημμα. Όση ώρα αποφασίζαμε (κανείς δεν τολμούσε να πάρει πρωτοβουλία) σε ποιο θα φάμε, η Ξαδέλφη είχε απομακρυνθεί και πόζαρε στο φακό του κινητού της στη μέση του δρόμου! Με συσκευασμένο κινέζικο στα χέρια, πήραμε μετά από ώρα το δρόμο της επιστροφής. Η ξαδέλφη μάδησε όλους τους κήπους του Bayswater… Εγώ δε, για κάθε σπίτι που έβλεπα έλεγα «αυτό θέλω!».
Αφού φτάσαμε και απολαύσαμε το Χριστουγεννιάτικο δείπνο πάνω στα κρεβάτια, αρχίσαμε πάλι το TABOO συνοδεία του κακαριστού γέλιου της Ξαδέλφης. Νομίζω πως εκείνο το βράδυ ρώτησα τη Χ (στα πλαίσια του TABOO) “Τι κόβουμε την Πρωτοχρονιά;” και εκείνη απάντησε «Γαλοπούλα;»
Αν και είχαμε κλείσει εισιτήρια για το London Dungeon στις 10:30 (φρίκη με την τσίμπλα στο μάτι) σκεφθήκαμε ότι εκείνη τη μέρα θα έπρεπε να δοκιμάσουμε το πρωινό του ξενοδοχείου. Κατεβήκαμε, προσπαθήσαμε να φάμε το continental και όχι το English για ευνόητους λόγους. Η Ξαδέλφη εκτός του απαίσιου μπουφέ είχε να κατηγορήσει και μία οικογένεια που (και καλά) την κοιτούσε και ξεκαρδιζόταν. Με το δίκιο της (η οικογένεια…)
Πήραμε τον ομματίων μας προς London Bridge. 10:30 ήμασταν έξω από το Dungeon. Αυτό δεν ήταν εκεί. Δηλαδή ήταν κλειστό. Λόγω Boxing Day άνοιγε 11:00. Λίγο πιο μακριά, στεκόταν μια παρέα που την είχε πατήσει σαν κι εμάς. Δεν προλάβαμε να πάμε μια βόλτα μέχρι τον Τάμεση και... Ding Ding – η Ξαδέλφη είδε Starbucks και στήθηκε στην ουρά. Τελευταία στιγμή το μετάνιωσε σκεπτόμενη ότι δε θα την άφηναν τα βαμπίρ να μπει με το Frapuccino στο στόμα.
Όταν δείξαμε στην είσοδο το voucher μας άρπαξε κατευθείαν ένας φωτογράφος. Ρώτησα προς τι όλο αυτό και απάντησε “We’re gonna kill somebody”. Κι έτσι, στηθήκαμε, αποκεφαλιστήκαμε και πήραμε την απόδειξη της φωτογραφίας για την έξοδο. Είναι η μόνη φωτογραφία στην οποία φαινόμαστε και οι τέσσερεις. Η Χ και η Ξαδέλφη, τελείως χεσμένες από το φόβο του τι θα ακολουθούσε είχαν γαντζωθεί πάνω μας με αποτέλεσμα να πηγαίναμε σα σιαμαία τετράδυμα με 1βήμα/λεπτό. Σε κάποια στιγμή, ένας ηθοποιός που περνούσε δίπλα μας τις έκοψε χεσμένες και τους έβαλε μια φωνή. Η Χ άρχισε τη γαμω-γκρίνια: («Πού με φέρατε… εσείς φταίτε… Μην προχωράτε, αφήστε τους άλλους να πάνε μπροστά!...») Μας πέταξαν ροχάλες, νερά, μια κατσαρόλα με κάτι σαν χαλασμένα φασόλια, μπήκαμε σε τραίνα, σε φωτιές, σε καταπακτές και στο τέλος βγήκαμε μετανιωμένοι για το χρήμα και το χρόνο που δώσαμε σε αυτή την πίπα. Το κατάστημα στο τέλος ήταν εμετικό, με μάτια και έντερα να πωλούνται όσο όσο μέσα σε μπάλες γεμάτες σιχαμένο υγρό. Ξαδέλφη και Γιώργος ξετρελάθηκαν φυσικά με την πραμάτεια και πέρασαν περισσότερα από 30 λεπτά ψωνίζοντας σπληνάντερα και μισό κιλό σπάλα. Εν τω μεταξύ εγώ και η Χ περιμέναμε έξω, στο κρύο.
Ξαφνικά εμφανίστηκε ένα …λεπτό πρόβλημα και από το νοτιοανατολικό Λονδίνο έπρεπε να κατευθυνθούμε βορειοδυτικά όπου βρισκόταν το ξενοδοχείο. Χωριστήκαμε λοιπόν σε δύο ομάδες: Στους «προβληματικούς» και στους λυσσάξαντες για αγορά παπουτσιών δίνοντας ραντεβού σε 45’ στo Oxford Circus.
Βγαίνοντας από το ξενοδοχείο είχα τη φαεινή ιδέα να κατέβουμε με τη Χ μέχρι το σημείο συνάντησης με λεωφορείο. (26 Δεκεμβρίου, στην Oxford St., πρώτη μέρα εκπτώσεων...) Φυσικό ήταν να μην κουνιέται τίποτα στο δρόμο και να είμαστε για αρκετή ώρα στο δεύτερο επίπεδο ενός σταματημένου κόκκινου λεωφορείου. Κατεβήκαμε κάπου κοντά στο Selfridges’ μήπως και φτάσουμε πιο γρήγορα με τα πόδια. Τι βλακεία! Στα πεζοδρόμια γινόταν πανικός! Έπρεπε να σου ανοίγουν δρόμο ζητάδες για να προχωρήσεις. Ευτυχώς βρήκαμε κάτι αντίστοιχο, έναν τύπο που έτρεχε και άνοιγε δρόμο με τη βία. Τον ακολουθήσαμε γρήγορα κρατώντας σφιχτά τις τσάντες μας.
Τα 45 λεπτά έγιναν μιάμιση ώρα και βρήκαμε τα ξαδέλφια με κάτι μούτρα μέχρι το πεζοδρόμιο. Η Ξαδέλφη εκτός του ότι δεν κατάφερε να βρει τα παπούτσια της ζωής της, είχε αρχίσει να πεινάει (Ding Ding) κι έτσι στρίψαμε σε ένα κατουρημένο σοκάκι προς Soho. Χαθήκαμε πάλι αναζητώντας το Ed’s burger το οποίο στη συνέχεια βρήκαμε κλειστό. Πήραμε τα πόδια μας προς τα παλιά, καλά, δοκιμασμένα Burger King της Leicester Sq. Ξαναμανά Chicken Royal, πατάτες, onion rings, coke. Με γεμάτα στομάχια κατεβήκαμε μέχρι την Trafalgar Sq για να πάρουμε το μετρό. Το νερό στα σιντριβάνια είχε παγώσει και οι ευχές τις Ξαδέλφης έκαναν θόρυβο καθώς έπεφταν στον πάγο!
Σειρά είχε κι άλλο ένα προπληρωμένο και πολύ «ενδιαφέρον» μουσείο: H «Μαντάμ», που λέει και η Χ. (Tussaud.) Ούτε που κατάλαβα για πότε μπήκαμε -φωτογραφηθήκαμε δίπλα στον κώλο της Kylie- βγήκαμε. Στον υπόγειο της Baker St. καθίσαμε να ξαποστάσουμε και να σκεφθούμε τα επόμενά μας βήματα: Ατελείωτο συμβούλιο δίπλα στο πλακάκι - Sherlock Holmes. Η Χ ήθελε ξενοδοχείο, η Ξαδέλφη να φάει, ο Γιώργος κάτι καφετέριες με δέντρα, πουλιά και μαϊμούδες! (Τρίτη κακογουστιά back to back δε θα την αντέχαμε.) Δε βγάλαμε άκρη και είπαμε να επιστρέψουμε στη βάση μας.
To απόλυτο τίποτα. Το πρόγραμμά μας έγραφε “Shop till you drop”. Φιλόδοξο ξεκίνημα από το Covent Garden. Κατά την έξοδο από το σταθμό, η καθιερωμένη επίσκεψη στα Boots απ’ όπου η Χ ψώνισε γύρω στα δεκαπέντε κουτιά “Flu and cold relief” για το gay υποχόνδριο φίλο της και η Ξαδέλφη άλλα δεκαπέντε διαφορετικά φάρμακα για τη χιλιοτραγουδισμένη περίοδό της.
Covent Garden Plaza. Ακριβώς μπροστά στην Όπερα, υπήρχε ένα Carousel. Εγώ και η Ξαδέλφη, δεν το σκεφτήκαμε καθόλου: Χριστουγεννιάτικο πρωινό με ήλιο, στην πιο γραφική πλατεία του Λονδίνου, πάνω σε αλογάκια και υπό τους ήχους μουσικής παγωτατζίδικου: Δεν έπρεπε να το χάσουμε! Ανεβήκαμε, στριφογυρίσαμε, γελάσαμε με τους από κάτω...
Τα Ξαδέλφια έκαναν ένα τρομερό shoppin nothing, αγοράζοντας χιλιάδες μαλακίες (μέχρι και σαρκοφάγα φυτά!!) ενώ εγώ καθόμουν στα σκαλάκια και απολάμβανα την private συναυλία ενός τενόρου, η φωνή του οποίου έφτανε σε όλο το Covent Garden Market. Τη φωνή αυτή ήταν ικανά να υπερκαλύψουν τα καμπανάκια (Ding Ding) της Ξαδέλφης. Τρέξαμε στα wagamama. Τελειώνοντας το φαγητό, ζήτησα “check”. Οι άλλοι γέλασαν ισχυριζόμενοι ότι γέλασε και ο σερβιτόρος με τη φράση μου.
Με δύο σακούλες ανά χείρας, έκαστος, μπήκαμε στο London Transport Museum. Η Ξαδέλφη, η πιο καλή εισπράκτορας ανέβηκε σε όλα τα tram και τα λεωφορεία, μπήκε σε ταξί, οδήγησε metro χαρίζοντάς υπέροχο οπτικοακουστικό υλικό... H Χ εκστασιάστηκε με τις interactive σφραγίδες για τα μωρά σε κάθε έκθεμα και στο τέλος, φορτώσαμε τους εαυτούς μας κι άλλες σακούλες από το giftshop.
Westminster. Τα παιδιά βλέπουν για πρώτη φορά το Big Ben και το Eye μετά από 3 ημέρες παραμονής στο Λονδίνο! Και φυσικά δεν περιοριζόμεθα στην όραση. Μπαίνουμε στα εισιτήρια του Eye και δείχνουμε το voucher το οποίο τελικά δεν είχε καμία αξία αφού κάποιος έπρεπε να στηθεί στην ουρά για την «εξαργύρωσή» του. Το ηρωικό έργο ανέλαβε η Ξαδέλφη με αυτοθυσία όσο η Χ έτρεχε στις τουαλέτες και ο Γιώργος θαύμαζε kitsch πλαστικούρες – φωτιζόμενα με black light ομοιώματα της κάψουλας και του τροχού.
Αφού περιμέναμε κι άλλη μια τεράστια ουρά, έγινε έλεγχος στις τσάντες μας. Αναγκάστηκα να δείξω στο σεκιουριτά τις τσαγιέρες που αγόρασα για τη μάνα μου! Επιβιβαστήκαμε σε μια κάψουλα και η Χ, όπως ήταν αναμενόμενο άρχισε να φοβάται από το πρώτο nanosec! Κάθισε στον πάγκο ανάμεσα στις χιλιάδες σακούλες μας που γέμιζαν το χώρο. Δίπλα της, η Ξαδέλφη, έχασε όλη τη μαγεία της βραδινής πτήσης για να της κρατάει το χέρι. Περιττό να περιγράψω τη θέα του φωτισμένου Λονδίνου 135 μέτρα πάνω από τον Τάμεση…
Κρύο! Σκέφτηκα να πάμε μέχρι την Trafalgar με τα πόδια. Περάσαμε από το Αβαείο του Westminster και πήραμε λάθος δρόμο, (προς Pimlico). Σε κάποια στιγμή, κι ενώ είχαμε προχωρήσει αρκετά, συνειδητοποίησα ότι έκανα βλακεία κι έτσι άνοιξα το precious Lonely Planet. Διόρθωσα το λάθος μου, βάζοντας μας σε ένα λεωφορείο προς το κέντρο. Καθίσαμε στον πάνω όροφο μαζί με μια άλλη ελληνόφωνη παρέα και ήταν σαν να βρισκόμασταν στο «040 Πειραιάς - Σύνταγμα», με τη διαφορά ότι στην Αθήνα δεν ακούς ελληνικά.
Κατεβήκαμε στην Trafalgar Sq. περάσαμε από το St Martin και πήραμε τoν Charing Cross Rd με κατεύθυνση το Pollo για pasta. Κλειστό. Το ανοιχτό Ed’s, απέναντι έδωσε τη λύση. Καθίσαμε, ήρθε η σερβιτόρος, παραγγείλαμε. Στο τέλος της έδωσα συγχαρητήρια για την υπομονή της. Χρειάστηκε, βλέπετε, να γράψει και να σβήσει χιλιάδες φορές την παραγγελία της αναποφάσιστης Ξαδέλφης. «Extra cheese, extra potatoes, no onions, yes mustard, a little pineapple…» Φάγαμε του σκασμού και πήραμε το δρόμο προς Leicester Sq και Piccadilly. Το φαγητό είχε ξεχειλίσει κι απ’ τα αυτιά, τόσο που άκουσα σαν “extra cheese” τη φράση ενός ζητιάνου που παρακαλούσε για “some change”! Πήραμε ξανά λεωφορείο από τη Regent St προς Paddington. Βλέποντας ανοιχτά μερικά μαγαζιά, σκεφτήκαμε να κατέβουμε αλλά τελικά ήμασταν πολύ κουρασμένοι για να το αποφασίσουμε.
Μετά από όλα αυτά τα burgers, τα κορίτσια πήραν κι ένα κουβά Haagen Dazs, παγωτό cheesecake τον οποίο και δε δυσκολευτήκαμε τελικά να τσακίσουμε σε χρόνο dt στο δωμάτιο τους. Το οποίο δωμάτιο εγκαταλείφθηκε λόγω της αιφνίδιας κένωσης της Χ. Κάτι την πείραξε, και όπως αποδείχθηκε λίγο αργότερα, όχι μόνο αυτήν. Καθώς εγώ κι ο Γιώργος χαζεύαμε τηλεόραση ακούσαμε χτυπήματα πανικού στην πόρτα μας. Η Ξαδέλφη εισέβαλε στη τουαλέτα και μας την έχεσε. Ολοσχερώς. Δεν υπήρξαν θύματα, ευτυχώς.
Αφού τελείωσε η καφέ περιπέτεια, αρχίσαμε να λέμε βλακείες πάνω στα κρεβάτια του δικού μας δωματίου (το οποίο συνόρευε με άλλα δύο, σε αντίθεση με των κοριτσιών που ήταν τέρμα Θεού). Κάπου στη μία το βράδυ κι ενώ η Ξαδέλφη είχε ενεργοποιήσει το «χιχιχιχι mode», ακούσαμε μια αινιγματική τσιρίδα από το διπλανό δωμάτιο η οποία μπορούσε να μεταφραστεί ως “Shut (the fuck) up!” Το πράξαμε και τα κορίτσια την έκαναν με ελαφρά, προτείνοντας ψιθυριστά το δικό τους δωμάτιο για τη συνέχεια. Δεν ακολουθήσαμε.
Ανατολικό Λονδίνο. Βγήκαμε από τον υπόγειο στο Canary Wharf. Ο αέρας φυσούσε τρελά ανάμεσα στους ουρανοξύστες κι εμείς ψάχναμε κουκουλωμένοι το σταθμό του DLR. Τον βρήκαμε μέσα σε ένα από τα κτίρια και μπήκαμε στο πρώτο βαγόνι για να απολαύσουμε την εκπληκτική διαδρομή πάνω και κάτω από τη γη, μεταξύ των τεράστιων corporate κτηρίων και του υγρού στοιχείου.
Βγήκαμε στον υπόγειο σταθμό του Greenwich και προχωρήσαμε στο καταπράσινο πάρκο που η ηλιοφάνεια του έδινε ακόμα πιο ζωντανό χρώμα. Ανεβήκαμε με τα πόδια στο αστεροσκοπείο. Όσο ανεβαίναμε, τόσο πιο όμορφη η θέα. Το, Canary Wharf, το Millennium Dome και το πιο πρόσφατο “Big Penis Building” τραβούσαν τα βλέμματα στον ορίζοντα του πρώτου μεσημβρινού. Βγαίνοντας από το μουσείο, η ώρα ήταν περασμένη. Πήραμε το δρόμο προς το Old Royal Naval College όπου είχε στηθεί ice rink για τα Χριστούγεννα. Τα ξαδέλφια σάστισαν κόλωσαν λίγο στη θέα του πάγου αλλά στη συνέχεια πήραμε τα skates και μπήκαμε στην ουρά για την πίστα.
Η πρώτη, γλιστερή επαφή με τον πάγο τους έκανε να πηγαίνουν κουπαστή-κουπαστή με ταχύτητα σαλιγκαριού. Γλιστρούσαν, έχαναν την ισορροπία τους ακόμα και ακίνητοι! Εγώ, αν και είχα καιρό να πατήσω πάγο, δεν άργησα να προσαρμοστώ. Έτρεξα με το υπόλοιπο μπουλούκι στο κέντρο. Κάθε δέκα κύκλους που έκανα, έναν συμπλήρωναν οι άλλοι! Προσφέρθηκα να βοηθήσω κάποιον να μάθει. Κανείς δεν τολμούσε να ξεκολλήσει από την άκρη. Σε κάποια στιγμή η Ξαδέλφη πήρε την απόφαση να έρθει κέντρο κι εγώ προσπαθησα να τη στηρίξω. Μάταιος κόπος. Έβαζε όλο της το βάρος πίσω με αποτέλεσμα να χάνει την ισορροπία της κάθε τόσο, κι εμένα να μου βγαίνει ένας σπόνδυλος κάθε φορά για να τη στηρίξω. (Όχι πάντα με επιτυχία.) Η Ξαδέλφη (έχουν να το λένε οι υπεύθυνοι εκεί) σφουγγάρισε όλη την πίστα καλύτερα από οποιοδήποτε επαγγελματικό μηχάνημα. Όταν ο Γιώργος πήρε το θάρρος να κάνει μερικές βόλτες μόνος του ήταν αργά. Μας φωνάξαν να βγούμε έξω. Βγήκαμε, βγάλαμε τα skates και περιμένουμε να τα επιστρέψουμε με τις κάλτσες πάνω σε ένα παγωμένο και βρεγμένο δάπεδο. Βάζοντας παπούτσια, όλα έμοιαζαν τελείως στάσιμα.
Από την προηγουμένη είχαμε πει ότι σήμερα θα τρώγαμε pasta γιατί αρκετά με τα burgers και τις πατάτες. Στο δρόμο προς το Cutty Sark η Ξαδέλφη «ανακάλυψε» ένα καρα-τουριστικό ιταλικό εστιατόριο. Λύσσαξε και τελικά, μπήκαμε. Σημαντική λεπτομέρεια του καταστήματος ήταν τουαλέτες. Για να φτάσεις στις οποίες περνούσες από διάφορες μυστηριώδεις, υπόγειες σκοτεινές αίθουσες με μεγάλα τραπέζια. Μόνο “omerta” που δεν έγραφε στους τοίχους.
Περιμένοντας τα φαγητά κοίταξα το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Θυμήθηκα ότι είναι Χριστούγεννα. Καμία αίσθηση, το είχα σχεδόν ξεχάσει. Τα φαγητά έφτασαν, οι μερίδες κάθε άλλο παρά ιταλικές ήταν, αφού καταλάμβαναν το ¼ του πιάτου. Καλά, αφήστε από γεύση… Όχι al dente, crispy! Το spaghetti έκανε κράτς κρούτς στο στόμα και η αυγουλίλα ήταν εμετική. Τώρα που το γράφω, πρασινίζω. Definitely, το χειρότερο φαγητό που φάγαμε (και ίσως γενικά υπάρχει) στο Λονδίνο. Πολλά συγχαρητήρια Ξαδέλφη για την επιλογή σου!
Προχωρώντας δίπλα στο Cutty Sark προς την υπόγεια διάβαση του Τάμεση, το κρύο μας ξύριζε. Κατεβήκαμε με τα πόδια τα αμέτρητα σκαλιά προς τη σήραγγα. Η ατμόσφαιρα, μυστηριώδης, βρετανικά υγρή και μισοφωτισμένη. Κάθε θόρυβος αντηχούσε. Ο,τι έπρεπε για ένα ερασιτεχνικό βίντεο. Με την Ξαδέλφη πρωταγωνίστρια; Σίγουρα θρίλερ! Βγήκαμε στην απέναντι όχθη. Το Royal Naval College αλλά και όλο το Greenwich έδειχνε πανέμορφο καθώς ο ήλιος έδυε. Η Ξαδέλφη κάπου ανάμεσα στο ρεμβασμό είδε μία υπαίθρια διαφήμιση και Ding Ding άρχισε να ζητάει καφέ. H διαδρομή στα Docklands με το DLR σούρουπο είναι μια από τις πιο έντονα χαραγμένες στη μνήμη μου στιγμές από το ταξίδι αυτό. Ροζ αποχρώσεις στον ουρανό, νερό και μοντέρνα αρχιτεκτονική, όλα συνδυασμένα τέλεια σε ένα μελαγχολικό τοπίο.
Φτάσαμε στον St. Paul. Επόμενος στόχος, η Tate Modern. Η θέα του φωτισμένου βιομηχανικού κτηρίου από την Millennium Bridge είναι επιβλητική. Το ίδιο και το εσωτερικό της κεντρικής αίθουσας. Ανεβήκαμε στο πρώτο επίπεδο. Πριν προλάβουμε να το δούμε όλο, οι υπεύθυνοι άρχισαν να μας διώχνουν. Δυστυχώς είχαμε αργήσει. Τρέχουμε προσπαθώντας να δούμε όσα περισσότερα γίνεται. Περνάμε βιαστικά από το κατάστημα του μουσείου από το οποίο ψωνίζαμε σαν κυνηγημένοι. Έξω, είχαμε πλέον χρόνο να θαυμάσουμε τη θέα, τόσο των χλιδάτων διαμερισμάτων δίπλα στην Tate όσο και του Τάμεση που αντανακλούσε τα αμέτρητα φώτα του City και το φεγγαρόφωτο.
Η θέα ήταν ακόμα πιο εντυπωσιακή από τη Millennium Bridge. O καθεδρικός του Αγίου Παύλου φωτισμένος και οι ουρανοξύστες του City συνέθεταν μία από τις πιο όμορφες εικόνες του νυχτερινού Λονδίνου. Ακριβώς μπροστά από το St Paul’s πήραμε λεωφορείο για το ξενοδοχείο. Η Ξαδέλφη άνοιγε τις σακούλες με τα ψώνια της ημέρας και σκόρπιζε μερικά από αυτά κάτω. Λίγο πριν φτάσουμε στο Paddington, η Χ γύρισε και με ρώτησε ανήσυχα: «Φτάνουμε;» Μάθαμε ότι είχαμε έκτακτο συναγερμό, όχι κόκκινο, αλλά καφέ, σαν αυτόν της προηγούμενης ημέρας. Κατεβήκαμε στη στάση κι η Χ με το Γιώργο έτρεξαν άρον άρον στο ξενοδοχείο. Εγώ με την Ξαδέλφη πήγαμε να φορτώσουμε αποθέματα σοκολάτας και νερού. Η Ξαδέλφη ισχυρίστηκε πως χουφτώθηκε από τον Ινδό υπάλληλο του mini market όσο αγόραζε καφέ και ένα κομμάτι cheesecake για τη Χ η οποία δεινοπαθούσε στην τουαλέτα του 509. (Τώρα καταλαβαίνετε γιατί το κείμενο ονομάστηκε London DIARIES)
Στο ασανσέρ σκαρώσαμε μια πλάκα με την Ξαδέλφη: Αποφασίσαμε να μπούμε στο δωμάτιο των κοριτσιών κλείνοντας τις μύτες μας, τάχα ότι επικρατεί αβάσταχτη μπόχα. Η Χ δεν εκτίμησε καθόλου το αστείο και ξέσπασε με φωνές κατά της Ξαδέλφης. «ΕΙΣΑΙ ΨΕΥΤΡΑ ΚΑΙ ΑΧΑΡΙΣΤΗ!» Τα πνεύματα ηρέμησαν και οι υπόλοιποι τρεις κάθισαν στα κρεβάτια για να παίξουν. Η Ξαδέλφη έδειχνε με καμάρι τις μελανιές που απέκτησε από το πατινάζ. Εγώ, στο γραφείο, προσπαθούσα μετά από όλη αυτή την εξαντλητική ημέρα να βρω κάτι έξυπνο να γράψω στις κάρτες. Αφού τελείωσα (ανεπιτυχώς) πήρα κι εγώ θέση στο κρεβάτι.
Ο ξάδελφος αποχώρησε και οι υπόλοιποι ξεκινήσαμε το γνωστό, κακόβουλο παιχνίδι του γάμου εις βάρος της Ξαδέλφης. Είναι κάτι τελείως άκυρο που κάνουμε συχνά. Στην προκειμένη περιγράψαμε το χειρότερο δυνατό γάμο, σύζυγο και σπίτι που θα μπορούσε να έχει η Ξαδέλφη. Δε θυμάμαι πολλά, μόνο ότι θα μένει σε σπίτι στο Χαϊδάρι με εμπριμέ λουλουδάτες κουρτίνες, εμπριμέ γυαλιστερά καλύμματα στους καναπέδες και κρυστάλλινο, φιμέ τραπεζάκι.
Μετά από αυτό το τρυφερό ξύπνημα, τα νεύρα μου ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. Κοντά στο σταθμό του Paddington είχα την πρώτη επαφή της ζωής μου με ταχυδρομείο! Έδωσα τις κάρτες μου, πλήρωσα και μετά είδα με έκπληξη τον υπάλληλο να μου τις επιστρέφει μαζί με γραμματόσημα και αυτοκολλητάκια. Ως άσχετος, ρώτησα με αφέλεια:
-Τι πρέπει να κάνω τώρα;
-Πήγαινε απέναντι, κόλλα τα και μετά ριξ’τα στο κουτί, έξω.
Πράγματι, πήγα σε ένα πάγκο και προσπάθησα να κολλήσω τα γραμματόσημα πιέζοντάς τα στο στεγνό σφουγγαράκι. «Δεν είναι καθόλου υγρό» είπε μια γυναίκα δίπλα μου. Είδα κι απόειδα και αποφάσισα να τα γλύψω. Δεν ξέρω, αλλά μου φαινόταν τόσο γελοίο και ντροπιαστικό όλο αυτό. Ίσως έφερνα στο μυαλό μου ανάλογες σκηνές από το Mr Bean.
Πέταξα τα γράμματα στο κουτί ενώ είδα την Ξαδέλφη, αγκαλιά με ένα τεράστιο ψωμί με φυστικοβούτυρο και τη Χ με μία απερίγραπτη ξινίλα να έρχονται προς εμένα.
Κατεβήκαμε στο Tottenham Court Road και πηγαίνοντας προς το Βρετανικό Μουσείο βρήκαμε ένα Boots το οποίο και λεηλατήσαμε για άλλη μια φορά. Στην αίθουσα με τα Γλυπτά του Παρθενώνα, ξύπνησε στην Ξαδέλφη το αίσθημα της ελληνοπούλας, της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας. Ήθελε οπωσδήποτε να μας δείξει πόσο τους μισεί που «μας έκλεψαν τα μάρμαρα». (Ξαδέλφη, δεν έπεισες καθόλου.) Γενικά, στην αίθουσα ακουγόταν μια συνεχής ελληνική μουρμούρα όπου και να γυρνούσες, Κουβέντα να γίνεται δηλαδή, τίποτα σημαντικότερο. (Την άποψη μου για τους έλληνες και τα Γλυπτά τους δε θα την αναπτύξω εδώ.)
Συνεχίσαμε το tour των μουσείων κατευθυνόμενοι προς το South Kensington και το Science Museum. Εντυπωσιακότατο, τεράστιο, με δικό του IMAX, με εξομοιωτές, interactive παιχνίδια, interactive κουράδες και έμβρυα στα πατώματα, περάσαμε αρκετές ώρες μέσα. Είδαμε πως θα είναι το πρόσωπό μας σε 50 χρόνια, παίξαμε, χαθήκαμε, λάβαμε το εξής μήνυμα από το Γιώργο «Η ΞΑΔΕΛΦΗ ΠΑΕΙ ΝΑ Χ...» (ναι, ναι, το έκανε και αυτό!) και τελικά καταλήξαμε στο κατάστημα (όπως πάντα) με το Γιώργο να αγοράζει αεροπλανάκια - σαΐτες. Κατευθείαν περάσαμε στο Natural History Museum στο οποίο δεν μπήκαμε από το κεντρικό κτήριο αλλά από την είσοδο των “Earth Galleries”. Είδαμε επί τροχάδιν (κυριολεκτικά) τα εκθέματα, μπήκαμε στην αίθουσα με τους σεισμούς και τελικά χωριστήκαμε αγόρια – κορίτσια. Οι μεν πήγαμε στο κεντρικό κτήριο ενώ αυτές για ψώνια.
Συναντηθήκαμε ξανά. Συσκεφθήκαμε (οι τέσσερις μας και ένα άσχετο μωρό από δίπλα) για το επόμενο βήμα μας. Αποφασίσαμε να πάμε στο Westminster όπου τα κορίτσια συνέχισαν ψώνια στο κατάστημα του Aquarium ενώ εγώ με το Γιώργο, ικανοποιήσαμε φτωχά τις ορέξεις μας τρώγοντας απαίσια nuggets στα επίσης αηδιαστικά Mc Donald’s του County Hall. Μετά από αυτά τα τραγικά, ο Γιώργος είχε μια πολύ διασκεδαστική συνεννόηση του τύπου (Aaaah, οοοοοh....uhhhh..) με υπεύθυνο υπαίθριου καταστήματος σουβενίρ.
Στο δρόμο προς Waterloo, έβαλα στοίχημα με το Γιώργο, τρεις λίρες αν έτρωγα μια εμετική καραμέλα που αγόρασε από το Aquarium και το κέρδισα! (Το στομάχι μου το ξέρει...) Φτάσαμε και στο IMAX όπου συστήθηκα ως Miss X. Κ. προκειμένου να πάρω τα προπληρωμένα εισιτήριά μας. Περιμένοντας να μπούμε στην αίθουσα, τα Ξαδέλφια αγόρασαν του κόσμου τα φαγητά και αναψυκτικά (τα οποία και πήραν μαζί μετά το τέλος!) λες και η ταινία θα διαρκούσε πέντε μέρες. Στρογγυλοκαθίσαμε στις καλύτερες θέσεις, φορέσαμε τα 3D γυαλιά μας και είδαμε το αφελές αλλά πολύ εντυπωσιακό “Santa VS The Snowman 3D”.
Το αίσθημα του αυριανού αποχωρισμού από το Λονδίνο, αισθάνθηκα πρώτη φορά στο σταθμό του Waterloo, απ’ όπου βλέπαμε τα Eurostar να φεύγουν. Τα Ξαδέλφια δεν έχασαν την ευκαιρία να ψωνίσουν περισσότερα (!) από τα μαγαζιά του σταθμού. Ο Γιώργος μάλιστα πήρε μία τεράστια, μακρόστενη συσκευασία, κάτι σαν θήκη καραμπίνας, τίγκα στο muffin ενώ η Ξαδέλφη προσπαθούσε να ανανεώσει το χρόνο ομιλίας του κινητού της με λάθος τρόπο, κάνοντας παράλληλα γνωριμίες με τους πωλητές.
Τελευταίος σταθμό, το Piccadilly Circus. Η Ξαδέλφη έκανε μια τελευταία απόπειρα να βρει τα παπούτσια της ζωής της: «May I ask you some?» ρώτησε τον πωλητή… Μπήκαμε στο Virgin. Πέσαμε σε ράφι με «REMETIKA” (χωρίς P) αλλά και ρίξαμε κι ένα ολόκληρο ράφι (η Χ συγκεκριμένα). Μετά από την εκατοστή επίσκεψη στα Boots, όπου πλέον μας ήξεραν και μας χαιρετούσαν δια χειραψίας, πήραμε λεωφορείο από τη Regent Street. Η κίνηση στο δρόμο καλά κρατούσε.
Φτάσαμε στο Paddington και πήραμε φαγητό από το KFC. Φάγαμε στο δωμάτιο των κοριτσιών και στη συνέχεια φτιάξαμε βαλίτσες με βαριά καρδιά. Ο Γιώργος μας ανακοίνωσε τα σχέδιά του για την επόμενη μέρα: Βρισκόμασταν πλέον μπροστά στο πρώτο πραξικόπημα. Είχε πάρει απόφαση να αποκοπεί από την παρέα και κλείστηκε μόνος του στο δωμάτιο για να καταστρώσει τα σχέδια της επομένης. Γυρνώντας τον βρήκα να έχει ξεραθεί.
Ξυπνήσαμε νωρίς, τελευταία μέρα. Πατήσαμε αγχωμένα τις βαλίτσες μας για να κλείσουν. Περιμέναμε την Ξαδέλφη να κλείσει το μπαούλο της και κατεβήκαμε στη reception. Κάναμε check out, και αφήσαμε τις βαλίτσες μας εκεί. Ο ξάδελφος, είχε μεγάλα σχέδια για σήμερα. Στο μετρό χωριστήκαμε με αυτόν να τραβάει προς Burberry μεριά κι εμάς προς Design Museum.
Κατεβήκαμε από το μετρό στο σταθμό Bermondsay και προχωρήσαμε αμίλητοι στο Jamaica Rd. Η πρώτη λονδρέζικη συννεφιά που βλέπαμε συνέβαλε αρνητικά στην ψυχολογία της τελευταίας μέρας. Μετά από λίγο ψάξιμο και περνώντας από το γραφικό Chad Thames, φτάσαμε στο Design Museum. Ίσως το πιο εντυπωσιακό από όλα τα μουσεία που επισκεφθήκαμε. Μικρό αλλά περιεκτικό. Σταθήκαμε και λίγο στο δεύτερο όροφο, δίπλα από τις Jaguar της δεκαετίας του ’50 και θαυμάσαμε τη θέα του Τάμεση.
Βγήκαμε έξω και προχωρήσαμε κατά μήκος της όχθης. Περάσαμε την Tower Bridge και κατευθυνθήκαμε στο σταθμό Tower Hill. Βρεθήκαμε πάλι στο Covent Garden γιατί είχαμε αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς. Πήγαμε στη Replay όπου ο πωλητής ακούγοντας με να μιλάω ελληνικά γύρισε και μου είπε:
-Tee thelis?
-Excuse me?
-Where are you from?
-Greece.
-So, tee thelis?
Αυτό που ήθελα, τελικά το πήρα. Η Χ με αντέγραψε παίρνοντας το ίδιο σκουφάκι το οποίο έγραφε: MY HEAD HURTS μπροστά και πίσω EVEN IF IM NOT THINKING. H Ξαδέλφη χτύπησε κάτι γόβες χωρίς να την πάρουμε χαμπάρι. Γυρίσαμε όλα τα γύρω μαγαζιά χωρίς να βρούμε κάτι αξιοσημείωτο. Επίσης, χωρίς να βρούμε το Γιώργο στο τηλέφωνο.
Η ώρα είχε περάσει, το άγχος μας έχει ξε-περάσει τα όρια και η Ξαδέλφη έψαχνε τουαλέτα. Πριν τη βρει, πέρασε από ένα μαγαζί για να πάρει άλλη μια σακούλα ζυμαρικά σε σχήμα πέους και στη συνέχεια, καφέ (όχι σε σχήμα πέους!) Η αδικοχαμένη τουαλέτα βρέθηκε στα Starbucks. Περιμέναμε αρκετή ώρα να συμβεί το μοιραίο. Στο μεταξύ κλείσαμε rendez vous με το Γιώργο στο Piccadilly. Είδαμε την Ξαδέλφη να βγαίνει και να λέει «Πέταξε αμέσως αυτό τον καφέ, δε φαντάζεσαι τι έγινε…»
Φτάσαμε αργοπορημένοι στο άγαλμα του Έρωτα. (το οποίο δε συμβολίζει τον έρωτα αλλά anyway…) Από κάτω βρήκαμε το Γιώργο φορτωμένο καπελιέρες και τσάντες από το Burberry, το Harrods και το Harvey Nichols. Προχωρήσαμε προς τη Regent Street και τελικά χαθήκαμε αφού γινόταν χ-α-μ-ό-ς. Εγώ με τη Χ κάναμε επισκέψεις-αστραπή σε Hamley’s και Burberry μπας και βρει τίποτα να αγοράσει, τελευταία στιγμή. Με μεγάλη δυσκολία ξαναβρεθήκαμε όλοι σε μία στάση κάπου στη μέση της Regent. Είδαμε ότι δεν κινείται τίποτα από το traffic, κι έτσι πήγαμε με τα πόδια ως το Oxford Circus.
Είχε νυχτώσει. Στη reception του ξενοδοχείου ανοίξαμε ξανά τις βαλίτσες και στουμπώσαμε βιαστικά τα πράγματα που ψωνίσαμε. Πήγαμε μέχρι το Paddington και μπήκαμε στο Heathrow Express, εισιτήρια για το οποίο είχαμε βγάλει από το πρωί. Καθίσαμε και όντας πτώματα παραλίγο να κοιμηθούμε.
Εγώ έκανα πάλι τον έξυπνο και πίστευα ότι φεύγουμε από το Terminal 4 και ότι έπρεπε να κατεβούμε στον αντίστοιχο σταθμό. Έτσι και κάναμε. Πήραμε trolley για τις βαλίτσες, ανεβήκαμε πάνω όπου τελικά μάθαμε ότι βρισκόμαστε σε λάθος terminal! Ξανά κάτω, ξανά Heathrow Express, ξανά trolley, ξανά ασανσέρ. Στε εκείνο το ασανσέρ μάλιστα ακούσαμε για πρώτη φορά για το Indian TsunaKi. (παράφραση του tsunami από τη μάνα της X.)
Στο check in η Χ (και όχι η Ξαδέλφη που είχε κουβαλήσει μαζί ολόκληρο εξοπλισμό κομμωτηρίου) βγήκε πάνω του επιτρεπομένου ορίου βάρους. Αλλά ο Ινδός (υπάλληλος της British) έκανε τον Κινέζο. Μετά το check in η Χ έμαθε για την κακοκαιρία στην Ελλάδα και έχοντας ζήσει την αξέχαστη πτήση πάνω από το Γιουκεηστάν άρχισε τη γκρίνια.Καθίσαμε στην αίθουσα αναμονής και κατάπιαμε την ιδανική δόση lexotanil και κάτι παραπάνω. Η πύλη μας άνοιξε και τα ξαδέλφια παρέμεναν χαμένα στα ψώνια. Προχωρήσαμε χωρίς αυτούς.
Περιμέναμε μία ώρα να γεμίσει το αεροπλάνο! Πολύς κόσμος προς Ελλάδα (τι βλάκες...). Μετά από αρκετή ώρα, αποχαιρετίσαμε το Λονδίνο από ψηλά. Και τότε συνέβη το ακατόρθωτο: Κοιμήθηκα σε αεροπλάνο, ενώ μέσα από τον ύπνο μου άκουγα τη Χ να ουρλιάζει «τι είναι αυτό; Τι συμβαίνει;» όταν άναβε το σήμα «προσδεθείτε». Οι αναταράξεις με νανούριζαν πιο πολύ και παράλληλα ενίσχυαν το αγοραστικό ένστικτο της Ξαδέλφης και του ξαδέλφου.
Φτάσαμε με βροχή στην Αθήνα. Είχαμε ευτυχώς κανονική προσγείωση. Εξάλλου, μετά από όσα περάσαμε στο Heathrow, όλα μας φαίνονται gay. Η Χ σταυροκοπήθηκε ακόμη μια φορά. Το Ελ. Βενιζέλος σήμανε το άδοξο τέλος των αγορών για τα ξαδέλφια.
Πήραμε ένα ταξί με τη Χ. Μέσα από τα θολωμένα τζάμια του, η Αθήνα έδειχνε βροχερή και χριστουγεννιάτικη, σε αντίθεση με το Λονδίνο...
Πενήντα posts σε οκτώ μήνες! Αυτό θα πει προκοπή...
Το iblog γιορτάζει και ετοίμασε για τη χρυσή επέτειό του, ένα νοσταλγικό trivia μόνο για φανατικούς αναγνώστες: Όσοι απαντήσουν σωστά σε όλες τις ερωτήσεις, (χωρίς να ανατρέξουν στα iblog Classics™) θα κερδίσουν 50 γρ. πασατέμπο προσφορά των Ξηροί Καποί "Θεία Ματίνα".
Ερώτηση 1η: Πόσες λέξεις υπήρχαν στο κείμενο του πρώτου post;
α) 234
β) Δεν υπήρξε πρώτο post.
γ) Τρεις
δ) Το πρώτο post δεν είχε κείμενο
Ερώτηση 2η: Ποιο μήνα δούλευα στα κάτεργα του ΙΚΑ;
α) Ακόμα δουλεύεις, παπάρα.
β) Τι να δουλέψεις ρε αργόσχολε;
γ) Τον Ιούλιο
δ) Το μήνα του μέλιτος
Ερώτηση 3η: Πόσους σταθερούς γκόμενους είχε η ΧΧ στο ενεργητικό της μέχρι τη δημοσίευση του ΧΧ True Hollywood Story;
α) Η ΧΧ δεν είναι παρθένα
β) Δεν ξέρω να μετράω μέχρι εκεί
γ) Πέντε
δ) ∞
Ερώτηση 4η: Πόσα posts ανέβηκαν μέχρι να πάρω χαμπάρι ότι υπάρχει δυνατότητα δημοσίευσης φωτογραφιών:
α) Ανεβάζω σημαίνει κατεβάζω (copyright: X.)
β) Η δημοσίευση φωτογραφιών είναι παράνομη
γ) Λευτεριά στο Νίκο Μοναστηριώτη
δ) Δώδεκα
Ερώτηση 5η: Τι τρώω στη φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο των γενεθλίων μου;
α) Μορταδέλα
β) Sushi
γ) Τα νύχια μου
δ) Cheesecake
Ερώτηση 6η: Πού ήταν το Πανεπιστήμιο της Χ στο post με τις πορσελάνες;
α) Στην Τενερίφη
β) Στον Αγιο-Βασίλη
γ) Πίσω απ’ τη Limoges
δ) Κάτω στον Πειραιά, στα Καμίνια
Ερώτηση 7η: Τι είναι η Carmina?
α) Έργο του Carl Orff
β) Χωριό δίπλα στο Κιάτο
γ) Κακομαθημένη, μαλλιαρή και επιθετική κόρη της Νικόλ
δ) Ο πραγματικός συγγραφέας του iblog
Ερώτηση 8η: Πόσα posts γράφτηκαν (κλάφτηκαν) από την Κρήτη;
α) Πάρτα μωρή άρρωστη
β) Έξι
β) Να τη φας και να ‘ναι κρύα
δ) Ζαμπόν
Ερώτηση 9η: Τι χρώμα ήταν το αστέρι στην πάνω αριστερή πλευρά του παλιού template;
α) Δεκατέσσερα
β) Λευκό
δ) Σικλαμάν
ε) Φιξατέρ
Ερώτηση 10η: (Για να κερδίστε τη φριτέζα.) Πόσα posts γιορτάζουμε σήμερα;
α) 8+15/2+4Χ2-18+3+32+2000-1548/10
β) 1821
γ) Johnson’s pH 5.5
δ) Πρωτοχρονιά
Να τα χιλιάσουμε!!!
Ο προκάτοχός του έφυγε την πιο ακατάλληλη στιγμή: Την ώρα που η αίτηση του UCAS για τα αγγλικά πανεπιστήμια πρέπει επειγόντως να συνταχθεί και το portfolio να ολοκληρωθεί. Τραγική ειρωνία αποτελεί το γεγονός ότι μόλις μια εβδομάδα πριν το χαμό του, έστειλα στην Κρήτη τον παλιό μου - εφεδρικό PC για να καλύψει τις ανάγκες της Νικόλ. Έτσι, χωρίς άλλη επιλογή, με πολύ άγχος και με εμφανή συμπτώματα στέρησης, ξεκίνησα κατ' ευθείαν την αναζήτηση του κατάλληλου διαδόχου. Αποφάσισα από την αρχή να στραφώ στα laptops λόγω της πιθανής μετανάστευσής μου στη Βρετανία, του χρόνου. Ανεβοκατέβηκα στο Μαρούσι γύρω στις 30 φορές και επισκέφθηκα το Πλαίσιο τόσες, ώστε τελικά οι υπάλληλοι να με φωνάζουν με το μικρό μο. Μίλησα στο τηλέφωνο μέχρι εγκαύματος του εγκεφάλου με το Γιάννη και το Μάνθο και μετά από τις συνήθεις αμέτρητες αλλαγές της γνώμης μου, κατέληξα σε αυτόν με τη βοήθεια του οποίου σας γράφω αυτή τη στιγμή!
Εχθές το απόγευμα, βγήκα από το σπίτι με ένα βαρύ πορτοφόλι και με μια ελαφρά παιδική λαχτάρα όμοια με αυτή που είχα όταν πήγαινα να θυσιάσω τα χαρτζιλίκια στα παιχνιδάδικα. Ευτυχώς ο Γιάννης δέχτηκε να έρθει μαζί στο κατάστημα για να ελέγξει την ομαλή λειτουργία του μελλοντικού μου συνεργάτη. (Είναι ο οικογενειακός γιατρός των υπολογιστών και πάντα βοηθά πρόθυμα.) Όσο τον περίμενα μπροστά στη βιτρίνα, τόσο οι σφυγμοί μου ανέβαιναν. Ευτυχώς δεν άργησε να φανεί. Μπήκαμε και ζητήσαμε να μας φέρουν το συγκεκριμένο μοντέλο και αν ήταν δυνατόν να το ενεργοποιήσουν μπροστά μας ώστε να ελέγξουμε για τυχόν καμμένα pixels στην οθόνη. Τη διαδικασία αυτή δεν τη γνώριζα και αν δεν ήταν ο Γιάννης μαζί, θα αγόραζα το πρώτο laptop που μας έδειξαν το οποίο και είχε ένα λαμπερότατο, κόκκινο καμμένο pixel στη μέση της οθόνης που για χρόνια θα προσπαθούσα να διώξω τρίβωντας το με πανάκια. Ευτυχώς στο δεύτερο "Kinder έκπληξη" στάθηκα πιο τυχερός, αφού η οθόνη φαινόταν άψογη! Οι πωλητές τον πακετάρισαν, πιθανότατα βρίζοντάς από μέσα τους, γιατί η όλη διαδικασία διήρκησε αρκετά. Προχώρησα προς το ταμείο, πλήρωσα και βγήκα έξω με ένα μεγάλο βάρος, αυτή τη φορά στα χέρια. Καθώς προχωρούσαμε λοιπόν προς το σπίτι, ακούσαμε κάποιον να φωνάζει πίσω μας! Ήταν η κοπέλα από το ταμείο που μας κυνηγούσε γιατί είχε γίνει λάθος στην απόδειξη. Πάλι πίσω στο μαγαζί... Ευτυχώς, το πρόβλημα λύθηκε αμέσως κι έτσι δεν άργησε να έρθει η στιγμή που τον έβαζα στην πρίζα.
Ο ενθουσιασμός και η χαρά μου ήταν σε τέτοιο βαθμό που πραγματικά δεν ήξερα τι να πρωτοκάνω! Πέρασα βιαστικά τα αναγκαία προγράμματα και συνδέθηκα αμέσως στο internet για να αναζητήσω οικεία πρόσωπα και εικόνες μέσα σε αυτόν τον ολοκαίνουριου, άδειο και ψυχρό, εκείνες τις στιγμές, υπολογιστή που είχε ακόμη κολλημένα τα αυτοκόλλητα του κατασκευαστή όπως και το διαφημιστικό background στο desktop. Συνήθως σε τέτοιες "μεγάλες" συγκινήσεις, κρατάω ένα αφελές ημερολόγιο στο μυαλό μου: Τι ώρα πρωτοάναψε, τι πρωτοέδειξε η οθόνη του, με ποιον μίλησα για πρώτη φορά online, ποια ήταν η πρώτη εικόνα/site που κατέβηκε, ποιο το πρώτο τραγούδι που ακούστηκε από τα ηχεία και λοιπά... Αυτή τη φορά όμως δε συγκράτησα τίποτα. Όλα έγιναν μέσα σε μία ζάλη, σε μία θολούρα και σε έναν πονοκέφαλο από τη φωτεινότητα της TFT. Αφού και τώρα δε θυμάμαι πολλά.
Η πρώτη νύχτα, όπως είπα και στην Ιd χθες, είναι δύσκολη. Όπως η πρώτη νύχτα σε ένα καινούριο, άδειο σπίτι. Χρειάζεται χρόνος για να συνηθήσεις το χώρο, το φως, τη μυρωδιά του φρεσκοβαμμένου τοίχου. Δεν μπορείς να το κάνεις από την πρώτη στιγμή "σπίτι σου". Έτσι και με το laptop. Μέχρι να συνηθήσω το άρωμα, το φως, το πληκτρολόγιο, το touchpad, μέχρι να το γεμίσω με αντικείμενα δικά μου, θα κοιτάω με νοσταλγία, όπως και τώρα, την οθόνη του παλιού μου desktop, ακριβώς δίπλα.
Οκ, τώρα που το ξαναδιαβάζω, ακούγεται τελείως παρανοϊκό αλλά είναι φανερό πως δένομαι με τους υπολογιστές μου. Τι να πω, αν είναι η αγάπη αμαρτία, θα βγω να το φωνάξω με λατρεία.
Στο Γιάννη με τις ευχαριστίες μου για τη βοήθειά του.
P.S. Περιμένω προτάσεις για το nickname του. Όχι απαραίτητα αρσενικού γένους, μόνο σας παρακαλώ αποφύγατε τα γλυκανάλατα τύπου "Φρούλης" καθώς και τα σκυλίσια "Ρεξ" κλπ.
Ζητούμε συγνώμη για την αναστάτωση και σας υποσχόμαστε τη γρηγορότερη δυνατή επιστροφή μας.
Με σεβασμό,
The iblog team.
Why does my Christmas heart feel so Christmas bad?
2045 Comments Published by the ibt on Thursday, December 08, 2005 at 9:29 PM.Δεν ξέρω γιατί όποτε καταλαβαίνω Χριστούγεννα, μετά από λίγο τρώω καταθλιψάρες. Δεν καταλαβαίνω τι ακριβώς προκαλεί αυτή την απότομη πτώση. Μάλλον είναι αυτή η αδικαιολόγητη αίσθηση μοναξιάς που νιώθουν όλοι.
Ακόμα όμως δεν έχω πεθάνει.
Τα Χριστούγεννα μου δημιουργούν ένα συναίσθημα που δεν μπορώ να ορίσω παρά μόνο με τη λέξη «χριστουγεννιάτικο». Ένα ξεχωριστό συναίσθημα, φτιαγμένο από τη σύγχυση των αισθήσεων: Από τη μυρωδιά του έλατου, από τα φώτα, από τη γεύση του μελομακάρονου, από τα τραγούδια του Sinatra, από το σκίσιμο του περιτυλίγματος των δώρων... Το χριστουγεννιάτικο αυτό συναίσθημα είναι διαθέσιμο για δεκαπέντε -περίπου- μέρες το χρόνο και όποιος πρόλαβε τον (νεογνό) Κύριο είδε.
Μέχρι πέρσι, τα Χριστούγεννά μου ήταν όπως θα έπρεπε να είναι. Γεμάτα με Χριστουγεννιάτικο feeling. Από τα (πρόσφατα) παιδικά μου χρόνια θυμάμαι τα μεσημέρια αυτών των ημερών. Στο σπίτι επικρατούσε ησυχία, το σαλόνι ήταν άδειο και ήταν η ευκαιρία να απολαύσω τις απαγορευμένες χριστουγεννιάτικες συνήθειες: Έτρωγα τα σοκολατένια στολίδια του δέντρου, πετώντας με αφέλεια τα περιτυλίγματα πίσω από τον καναπέ για να μην το καταλάβει κανείς και στη συνέχεια έπαιζα με τα υπόλοιπα, αυτά που δεν τρώγονταν. Και ύστερα, καθόμουν κάτω από το δέντρο για να απολαύσω τη μεγαλύτερη, χριστουγεννιάτικη αμαρτία: Την ανασκαφή των δώρων. Αρχικά, έψαχνα για τις ενδιαφέρουσες ετικέτες, αυτές δηλαδή που ανέγραφαν το δικό μου ή το όνομα του αδελφού μου, ξεκινώντας πάντα από τα μεγαλύτερα κουτιά. Τα εντόπιζα, τα ζύγιζα και μετά τα κουνούσα κοντά στο αυτί μου για να ακούσω τυχόν θορύβους από μέσα. Σε περιπτώσεις τεράστιας ανυπομονησίας και απελπισίας ξετύλιγα πολύ προσεκτικά τη μία μεριά του δώρου, τρέμοντας μην εμφανιστεί κανείς, και αποκάλυπτα το μυστήριο. Ο ενθουσιασμός ή η απογοήτευση, ανάλογα με τις προσδοκίες, ήταν στον υπερθετικό βαθμό. Όπως και οι αντιδράσεις μου. Η οποίες σχεδόν πάντα πρόδιδαν την ενοχή μου.
Τα περσινά Χριστούγεννα προβλέπονταν ονειρεμένα: Το ταξίδι στο γιορτινό Λονδίνο με είχε ενθουσιάσει και δεν έβλεπα την ώρα να φύγω από τη «μίζερη» Αθήνα. Λόγω αυτής της προσμονής λοιπόν, τίποτα γύρω δε μου έκανε αίσθηση. Ούτε οι στολισμένοι δρόμοι, ούτε οι κουραμπιέδες, ούτε οι υπεράνθρωπες προσπάθειες της Ντόρας. Όλα έμοιαζαν μικρά μπροστά στο όνειρο του Λονδίνου. Δεν άργησα όμως να ξυπνήσω, αφού το η βρετανική μητρόπολη, σε περίοδο εκπτώσεων, δεν απέπνεε τίποτα χριστουγεννιάτικο. Αυτό βεβαίως δε σημαίνει πως δεν περάσαμε καλά, απλώς το ταξίδι αυτό θα χαρακτηριζόταν καλύτερα ως ένα διάλειμμα από τα Χριστούγεννα.
Φέτος λοιπόν, άρχισα να το σκέφτομαι από νωρίς: Δεν πρόκειται να αφήσω άλλα Χριστούγεννα να περάσουν χωρίς να τα καταλάβω. Είτε στο Λονδίνο, είτε στην Αθήνα, είτε στην Πάνω – Κάτω Αχλαδίτσα, θα ρουφαώ με το καλαμάκι όσο Christmas Spirit υπάρχει στην ατμόσφαιρα! Γιατί, όπως λέει και ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι από το South Park...
So look long at that Christmas tree,
It may be the last one that you see
Decorate your house in green and red,
Cause someday you'll be dead..
…………………..…………
Let good tidings fill your head.
What a festive season,
Someday you'll be dead
Dead, Dead, Dead, someday you'll be dead
Dead, Dead, Dead, someday we'll all be dead
Merry Christmas!