Τελικά η X δε με έκραξε πολύ για το μαλλί. Η αλήθεια είναι πως υπερέβαλλα λίγο κι εγώ. Η Γ, αντιθέτως, το βρήκε καταπληκτικό. Όλα αυτά στο σταθμό του τραίνου, όπου συναντηθήκαμε και με τον ξάδελφο για να πάμε για φαγητό. Η Χ, είχε ντυθεί golden fabulous με το Carrie necklace πρώτη μούρη. Στο τραίνο δεν αποφύγαμε τις συζητήσεις περί πανελληνίων, οι οποίες έκαναν τη Χ να τραβάει τα βυζιά της.
Κατεβήκαμε στο Θησείο και πήραμε τον πεζόδρομο προς το Γκάζι. Εκεί, η Χ αποκάλυψε στους υπολοίπους την ύπαρξη αυτού του φτωχού blog, προειδοποιώντας ότι κάθε κίνηση και κουβέντα τους καταγράφεται από μένα και δημοσιεύεται online. Ευτυχώς αυτοί δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον.
Κατεβαίνοντας την Περσεφόνης, ακούμε μια φωνή. Γυρίζουμε και βλέπουμε έναν τελείως παρδαλό φίλο του ξαδέλφου να έχει βγει για ψωνιστήρι στο Γκάζι. Η δικαίωση για το θάψιμο που του είχαμε ρίξει παλιότερα έλαμψε στα πρόσωπά όλων μας! Καθίσαμε στο mamaca’s, σε ένα τραπέζι τέρμα θεού μεν, αλλά στην ιδανική θέση της κριτικής επιτροπής της περατζάδας.
Διάλογος μεταξύ Χ και Γ:
Χ: Φαντάζεσαι να σε πιάσει κόψιμο με αυτά που έφαγες;
Γ: Σσσσ.. δίπλα τρώνε!
Χ: Ε και; Χέστηκα!
Γ: ΟΚ, τώρα το έφτιαξες…
Το φαγητό ήταν συνηθισμένο, έως αδιάφορο και το service πιο αργό και απ’ το θάνατο. Σηκωθήκαμε μουδιασμένοι και είπαμε να πάμε μια βόλτα αφού κανείς δεν ήθελε να γυρίσει. Τελικά η Γ. έδωσε την ιδέα να πάμε για ποτό στο Banana Moon. Στο ένα daiquiri εγώ είχα αρχίσει να χορεύω με τη Γ ενώ η Χ μας κοιτούσε με αηδία. Η μουσική ήταν χάλια και ο κόσμος 30+ αλλά δεν πτοούμασταν. Τσουγκρίζοντας ευχήθηκα να τελειώσουν σύντομα οι εξετάσεις. Όλοι ξίνισαν που τους το θύμισα. Φύγαμε όταν πλέον η Γ, έδειξε να κρατάει με δυσκολία χωριστά τις πάνω από τις κάτω βλεφαρίδες της.
Ξεράθηκα στις 3:00. και ξύπνησα στις 14:00, πάλι με βροχή. Κοίταξα τα mail μου και κανόνισα blind date με τη WD στο σταθμό του Θησείου. «Θα κυκλοφορώ με μια τσάντα I heart NY» μου λέει. Στις 17:50 φτάνω και θρονιάζομαι σε ένα πεζούλι. Και ομολογώ ότι διασκέδαζα όσο περίμενα με σκέψεις του τύπου «Φαντάζεσαι να είναι αυτή;» ή «Μακάρι να μην είναι αυτή..».
Τελικά η WD έφτασε με 5’ καθυστέρηση και ήταν αυτό που ευχόμουν. Κανονική. Αρχίσαμε να ανηφορίζουμε την Απ. Παύλου και ήταν σαν να μην το κάνουμε για πρώτη φορά. Σε κάποια στιγμή κι ενώ είχαμε φτάσει σχεδόν στο Ηρώδειο, μου λέει: Ξέρεις που είναι αυτό το μαγαζί που μας είπε ο D ότι θα κάθεται; Όχι, της λέω. Φαντάζομαι ότι ξέρεις εσύ.
Κατεβήκαμε στο Θησείο και πήραμε τον πεζόδρομο προς το Γκάζι. Εκεί, η Χ αποκάλυψε στους υπολοίπους την ύπαρξη αυτού του φτωχού blog, προειδοποιώντας ότι κάθε κίνηση και κουβέντα τους καταγράφεται από μένα και δημοσιεύεται online. Ευτυχώς αυτοί δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον.
Κατεβαίνοντας την Περσεφόνης, ακούμε μια φωνή. Γυρίζουμε και βλέπουμε έναν τελείως παρδαλό φίλο του ξαδέλφου να έχει βγει για ψωνιστήρι στο Γκάζι. Η δικαίωση για το θάψιμο που του είχαμε ρίξει παλιότερα έλαμψε στα πρόσωπά όλων μας! Καθίσαμε στο mamaca’s, σε ένα τραπέζι τέρμα θεού μεν, αλλά στην ιδανική θέση της κριτικής επιτροπής της περατζάδας.
Διάλογος μεταξύ Χ και Γ:
Χ: Φαντάζεσαι να σε πιάσει κόψιμο με αυτά που έφαγες;
Γ: Σσσσ.. δίπλα τρώνε!
Χ: Ε και; Χέστηκα!
Γ: ΟΚ, τώρα το έφτιαξες…
Το φαγητό ήταν συνηθισμένο, έως αδιάφορο και το service πιο αργό και απ’ το θάνατο. Σηκωθήκαμε μουδιασμένοι και είπαμε να πάμε μια βόλτα αφού κανείς δεν ήθελε να γυρίσει. Τελικά η Γ. έδωσε την ιδέα να πάμε για ποτό στο Banana Moon. Στο ένα daiquiri εγώ είχα αρχίσει να χορεύω με τη Γ ενώ η Χ μας κοιτούσε με αηδία. Η μουσική ήταν χάλια και ο κόσμος 30+ αλλά δεν πτοούμασταν. Τσουγκρίζοντας ευχήθηκα να τελειώσουν σύντομα οι εξετάσεις. Όλοι ξίνισαν που τους το θύμισα. Φύγαμε όταν πλέον η Γ, έδειξε να κρατάει με δυσκολία χωριστά τις πάνω από τις κάτω βλεφαρίδες της.
Ξεράθηκα στις 3:00. και ξύπνησα στις 14:00, πάλι με βροχή. Κοίταξα τα mail μου και κανόνισα blind date με τη WD στο σταθμό του Θησείου. «Θα κυκλοφορώ με μια τσάντα I heart NY» μου λέει. Στις 17:50 φτάνω και θρονιάζομαι σε ένα πεζούλι. Και ομολογώ ότι διασκέδαζα όσο περίμενα με σκέψεις του τύπου «Φαντάζεσαι να είναι αυτή;» ή «Μακάρι να μην είναι αυτή..».
Τελικά η WD έφτασε με 5’ καθυστέρηση και ήταν αυτό που ευχόμουν. Κανονική. Αρχίσαμε να ανηφορίζουμε την Απ. Παύλου και ήταν σαν να μην το κάνουμε για πρώτη φορά. Σε κάποια στιγμή κι ενώ είχαμε φτάσει σχεδόν στο Ηρώδειο, μου λέει: Ξέρεις που είναι αυτό το μαγαζί που μας είπε ο D ότι θα κάθεται; Όχι, της λέω. Φαντάζομαι ότι ξέρεις εσύ.
0 Responses to “Βόλτες.”